23/6/10

Ζ_ΒΑΒΥΛΩΝΙΑ #65 ΑΠΡ.10

ΒΡΑΧΥΚΥΚΛΩΜΑ

Δημήτρης Κωνσταντίνου

 

«… κάνουμε πολλούς να τρομάζουν με τη θεωρία μας, επειδή έχουμε στο κάθε ερώτημα και μια απάντηση. Δεν θα μπορούσαμε, για το καλό της προπαγάνδας, να κάνουμε έναν κατάλογο των ερωτημάτων που μας φαίνονται τελείως αναπάντητα;».

Μπέρτολτ Μπρεχτ

Ο καπιταλιστικός μας κόσμος είναι ζούγκλα, με την κακή έννοια. Κι αν το μεγάλο κομμάτι του πληθυσμού μιας υπανάπτυκτης δυτικής χώρας καταφέρνει να επιβιώνει είτε με την εξοντωτική, αλλοτριωτική εργασία, είτε με την εξαπάτηση, είτε με το γλείψιμο και το νεποτισμό, είτε με δανεικά κι αγύριστα, κανείς δεν ξεφεύγει από την πιο τραγική συνέπεια του καπιταλισμού: το βραχυκύκλωμα της συνείδησης από τις άλυτες αντιφάσεις του.

Παντού επεμβαίνει το ατομικό, το συντεχνιακό ή το κάλπικο εθνικό μας συμφέρον κι εμείς πελαγοδρομούμε μέσα στον κυκεώνα αυτό χωρίς πυξίδα. Τα έκτακτα οικονομικά μέτρα, αναπόφευκτα, θα πλήξουν κυρίως τους πιο ανυπεράσπιστους, αλλά αυτοί τ' αποδέχονται παθητικά. Αρνούνται να δώσουν αγώνα ενάντια στα μέτρα, γιατί δεν θέλουν να υπερασπιστούν τους μιζαδόρους τελωνειακούς και εφοριακούς που χάνουν ένα ποσοστό από τη μίζα τους, γιατί δεν θέλουν να υπερασπιστούν τους αργόσχολους της Ολυμπιακής που έμαθαν να ζουν με παχυλούς μισθούς και τόσα άλλα συντεχνιακά προνόμια, γιατί δεν θέλουν να υπερασπιστούν τους δικαστικούς υπαλλήλους που ωφελούνται από κάθε ευνοϊκή ρύθμιση που θεσπίζει το σύστημα για τους δικαστές του. Σε τελική ανάλυση, της Ελλάδας οι κολασμένοι αρνούνται να υπερασπιστούν εκείνους που αποτελούν τα θεμέλια του καθεστώτος, εκείνους που θα βρουν μπροστά τους, αν ποτέ τολμήσουν να το ανατρέψουν, εκείνους δηλαδή που θα πολεμήσουν με νύχια και με δόντια, για να υπερασπιστούν την αδικία που λειτουργεί προς όφελός τους. Το τραγικό είναι ότι, τελικά, η παθητική στάση εκείνων που πλήττονται περισσότερο θα τους βυθίσει ακόμη περισσότερο στο βούρκο.

Η συνείδησή μας βραχυκυκλώνει γιατί αντιλαμβάνεται το αδιέξοδο. Κάτω από τις δεδομένες συνθήκες, η μόνη λύση για τους ανέργους είναι να πάρουν τη θέση κάποιου που αμείβεται με 600 ευρώ, ενώ η απελπισμένη γενιά των εξακοσίων προσπαθεί να αφαιμάξει μερίδιο από το εισόδημα των «προνομιούχων» των 1.200 ευρώ. Και η αλυσίδα του μίζερου ανταγωνισμού συνεχίζεται στα κατώτερα στρώματα, παρασέρνοντας όλους προς τον πάτο. Η τεράστια πλειοψηφία του πληθυσμού έχει πέσει με τα μούτρα στα ψίχουλα ενός ισχνού κομματιού της πίτας του κοινωνικού προϊόντος και κανείς δεν διανοείται να βάλει στο μάτι όλο το υπόλοιπο. Με αυτούς τους οικονομικούς όρους κανείς δεν μπορεί να τα βάλει με την ελίτ.

Από την άλλη πλευρά, υποτελείς δεμένοι στο άρμα της Δύσης, αποφύγαμε επί δεκαετίες τις πιο τρομακτικές επιπτώσεις του παγκόσμιου καπιταλισμού, έτσι όπως τις βιώνει ολόκληρος ο Τρίτος Κόσμος, δεκάδες χώρες που αφανίζονται προκειμένου να παράγουν «ανταγωνιστικά» προϊόντα για τις πολυεθνικές εταιρίες και τους καταναλωτές της Δύσης. Και όχι μόνο τις αποφύγαμε, αλλά κι όταν ακούγαμε για τις επιπτώσεις αυτές,  σφυρίζαμε αδιάφορα, γιατί θέλαμε να ξέρουμε μόνο το Δυτικό (έστω και το δικό μας, το υπανάπτυκτο) πρόσωπο του καπιταλισμού και όχι τη γενοκτονική του πλευρά. Η βραχυκυκλωμένη μας συνείδηση φτάνει σε σημεία μαζοχισμού, γιατί στις μέρες μας διαφαίνεται επιτέλους μια ραγδαία αύξηση στο βαθμό επίγνωσης της κατάστασης του παγκόσμιου ανθρώπου. Φτάνει η στιγμή που θα νιώσουμε στο πετσί μας τι σημαίνει Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (έστω και με ευρωπαϊκό προσωπείο) και οι περίφημες διαρθρωτικές αλλαγές που αυτό επιβάλλει. Φτάνει η στιγμή που θα γνωρίσουμε από πρώτο χέρι τις συνθήκες δουλείας και εξαχρείωσης που επικρατούσαν στο μεγαλύτερο κομμάτι του πλανήτη, προκειμένου να διατηρείται σε τροχιά ανάπτυξης ο Δυτικός (ανεπτυγμένος και υπανάπτυκτος) κόσμος.

Δυστυχώς, ο καπιταλισμός δεν πέθανε. Ίσως γιατί βραχυκυκλώνει τις συνειδήσεις μας.



Οι καταλήψεις των εργατών & το


μέλλον της ριζοσπαστικής εργατικής


δύναμης

 

                  Συνέντευξη με τον ΝΟΑΜ ΤΣΟΜΣΚΙ

                   Φεβρουάριος 2010, Ντέιαν Κράουταμερ

 

Α΄μέρος

 

Κράουταμερ : Ως μέλος των IWW της Νέας Υόρκης (Βιομηχανικοί Εργάτες του Κόσμου), ενδιαφέρομαι για το πώς θα αντιμετωπίσουν οι εργάτες θέματα που προκύπτουν από την οικονομική κρίση. Στο κείμενό σας «Κρίση και Ελπίδα: Δικά τους και Δικά μας» στο Boston Review, δηλώνετε ότι «η οικονομική κρίση λογικά θα επουλωθεί ,παραμερίζοντας λίγο πολύ τους θεσμούς που τη δημιούργησαν».Σκεπτόμενη αυτό ,τελευταία επικρατεί μια έκρηξη αγωνιστικής δραστηριοποίησης στους βιομηχανικούς χώρους εργασίας κυρίως στην Ευρώπη αλλά και στη Βόρεια Αμερική. Όπως ξέρετε, η «Republic Windows and Doors Factory» στο Σικάγο ήταν η πρώτη κατάληψη εργοστασίου στις ΗΠΑ από τη δεκαετία του 1930.

 

Τσόμσκι : Όχι ακριβώς. Η απεργία του 1979 στη US Steel στο Γιανγκστάουν του Οχάιο ήταν κατάληψη και μάλιστα μια κατάληψη που θα πρέπει να αποτελέσει πρότυπο σήμερα. Ξεκίνησαν με απεργία και κατέληξαν εργατικό δυναμικό και κοινότητες  να προσπαθούν να καταλάβουν τα εγκαταλειμμένα εργοστάσια που σκόπιμα διέλυε η US Steel. Της νομικής προσπάθειας που ακολούθησε ηγήθηκε ο ριζοσπάστης εργατολόγος Στάουτον Λιντ. Δεν κέρδισαν τις δίκες, αν και θα μπορούσαν να είχαν κερδίσει. Θα μπορούσαν να έχουν μεγαλύτερη υποστήριξη. Η υπόθεση αυτή θα μπορούσε να αποτελεί ορόσημο.

 

Αυτό με οδηγεί να αμφισβητώ την αντίδραση των εργατών στις μαζικές απολύσεις. Μου φαίνεται πως έχουν στόχο παρωχημένες νίκες χωρίς να σκέφτονται πώς μπορούν να κινηθούν προς την κατεύθυνση της αυτοοργάνωσης.

 

Αυτή ακριβώς πρέπει να είναι και η δουλειά των IWW: να είναι ο σπινθήρας. Έχετε δίκιο η απάντηση των εργατών είναι αντιδραστική. Όμως το ίδιο συνέβη και με τις καθιστικές διαμαρτυρίες τη δεκαετία του 1930, και ο λόγος που οι καθιστικές διαμαρτυρίες προκαλούσαν φόβο στη διεύθυνση ήταν το γεγονός ότι το επόμενο βήμα ήταν η κατάληψη του εργοστασίου.

 

Τη δεδομένη στιγμή οι IWW κερδίζουν νέα μέλη, δύναμη και δυναμική, όμως το υπόλοιπο αμερικάνικο εργατικό κίνημα δεν μας θεωρεί και πολύ σοβαρούς. Είναι δύσκολο να αλλάξει αυτό που κάνουμε τώρα και να γίνουμε μέρος του ευρύτερου εργατικού κινήματος στις ΗΠΑ, κάτι ιδιαιτέρως σημαντικό αν θέλουμε να αποτελούμε σπινθήρα.

 

Οι ΗΠΑ διαφέρουν από την Ευρώπη και τις άλλες βιομηχανικές χώρες γιατί είναι, σε έναν ασυνήθιστο βαθμό, μια κοινωνία που στηρίζεται στην επιχειρηματικότητα. Υπάρχουν πολλοί λόγοι που εξηγούν αυτό το φαινόμενο – δεν υπάρχει φεουδαρχικό παρελθόν, επομένως κάποιοι θεσμοί που διατηρήθηκαν στην Ευρώπη δεν υπάρχουν στην αμερικάνικη κοινωνία. Όμως ο πρωταρχικός λόγος είναι ότι στις ΗΠΑ υπάρχει μια αφοσιωμένη τάξη επιχειρηματιών με βαθειά ταξική συνείδηση, η οποία έχει πολύ βίαιη εργατική ιστορία, χειρότερη από αυτή της Ευρώπης. Η επίθεση στα εργατικά συνδικάτα ήταν πολύ πιο ακραία εδώ και πολύ πιο επιτυχημένη. Επιπλέον, η προπαγάνδα των επιχειρηματιών ενάντια στα συνδικάτα ήταν πολύ επιτυχημένη εδώ από ό,τι στην Ευρώπη, κερδίζοντας έδαφος ακόμη και ανάμεσα στους εργάτες που θα ωφελούνταν από τα συνδικάτα.

 

 Μάλιστα η πιο ενδεικτική πλευρά της προπαγάνδας των επιχειρηματιών στις ΗΠΑ είναι η δαιμονοποίηση της ομοσπονδιακής κυβέρνησης. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος πόλεμος έληξε με τη ριζοσπαστικοποίηση του πληθυσμού των ΗΠΑ και όχι μόνο, ενώ υπήρχαν αιτήματα για λαϊκές καταλήψεις, παρεμβατισμό της κυβέρνησης και καταλήψεις εργοστασίων. Οι επιχειρήσεις έκαναν λοιπόν μια δυσάρεστη επίθεση προπαγανδιστικού τύπου. Αυτή είχε δυο κύριους στόχους: τα σωματεία και τη δημοκρατία. Γι' αυτούς δημοκρατία σήμαινε να οδηγηθούν οι άνθρωποι να θεωρούν την κυβέρνηση μια ξένη δύναμη που τους ληστεύει και τους καταπιέζει. Για παράδειγμα στη δημοκρατία η μέρα που πληρώνεις τους φόρους σου, η 15η Απριλίου, θα έπρεπε να είναι μέρα γιορτής επειδή μαζεύεται όλος ο κόσμος για να δώσει τους πόρους για τα προγράμματα που έχει αποφασίσει ο ίδιος. Αλλά στις ΗΠΑ είναι μέρα θρήνου, καθώς η ξένη δύναμη – η κυβέρνηση – έρχεται να σου ληστέψει τα χρήματα που έβγαλες με μόχθο. Αυτή είναι η γενική στάση και είναι τεράστια νίκη για τους εχθρούς της δημοκρατίας. Προφανώς, κάθε προνομιούχος θα μισήσει τη δημοκρατία.

 

 Ένα καλό παράδειγμα αποτελεί ο δημόσιος διάλογος για την ιατρική περίθαλψη. Η πλειοψηφία του πληθυσμού πιστεύει ότι αν η κυβέρνηση αναλάβει την ιατρική περίθαλψη θα χάσουν την ελευθερία τους. Ταυτόχρονα το κοινό υποστηρίζει ένα εθνικό πρόγραμμα ιατρικής περίθαλψης. Η αντίφαση παραμένει εν πολλοίς άλυτη. Στη περίπτωση δε της προπαγάνδας των επιχειρηματιών είναι ιδιαιτέρως ειρωνική, επειδή θέλουν ο λαός ταυτόχρονα να μισήσει και να αγαπήσει την κυβέρνηση. Για την ακρίβεια είναι υπέρ ενός ισχυρού κράτους που θα δουλεύει για το συμφέρον τους. Επομένως πρέπει και να αγαπάς και να μισείς την κυβέρνηση, που ίσως δουλέψει για το συμφέρον σου και ίσως θα μπορούσες να χειραγωγήσεις. Είναι ένα ενδιαφέρον είδος προπαγάνδας και έχει λειτουργήσει καλά. Μπορούμε να το εντοπίσουμε στη λατρεία του Ρέιγκαν, ο οποίος απεικονίζεται σαν κάποιος που μας έσωσε από το μεγάλο κράτος. Στην πραγματικότητα ήταν ο απόστολος ενός μεγάλου κράτους που δημιουργήθηκε στη διάρκεια της θητείας του. Μεταπολεμικά, υπήρξε ο πρόεδρος που ήταν ο ισχυρότερος εχθρός των ελεύθερων αγορών .Όμως δεν έχει καμιά σημασία ποια ήταν η πραγματικότητα. Επινόησαν μια εικόνα την οποία λάτρεψε ο λαός. Είναι δύσκολο να επιτύχεις κάτι τέτοιο σε μια ελεύθερη κοινωνία, παρ' όλα αυτά επιτεύχθηκε, και ενάντια σε αυτό πρέπει ν παλέψουν οι ακτιβιστές, ξεκινώντας από τους απλούς εργάτες. Δεν είναι απλό, αλλά έχει γίνει και στο παρελθόν.

 

Αναφέρατε ότι οι επιχειρηματίες έχουν βαθειά ταξική συνείδηση. Μπορείτε να το εξηγήσετε;

 

Αρκεί να διαβάσετε τη σχετική φιλολογία γύρω από την επιχειρηματικότητα. Τη δεκαετία του 1930 οι επιχειρηματίες ήταν πολύ φοβισμένοι και ανησυχούσαν για το αν η αυξανόμενη δύναμη των μαζών ήταν επικίνδυνη για τους βιομηχάνους. Χρησιμοποίησαν καθαρά μαρξιστική ρητορική – απλώς άλλαζαν οι αξίες. Η φιλολογία τους έχει ως εξής: μιλούν συνεχώς για τις μάζες, για τον κίνδυνο που συνιστούν και πώς θα τις ελέγξουν. Πιέζουν για τακτικές που θα τους εξυπηρετήσουν. Για παράδειγμα, η βιομηχανία των ασφαλιστικών εταιρειών και των μεγάλων τραπεζών βρίσκονται τώρα σε μια περίοδο ευφορίας – και μάλιστα στα επιχειρηματικά άρθρα δεν το κρύβουν καν – διότι κατάφεραν να ανακάμψουν από την οικονομική κρίση και βρίσκονται τώρα σε καλύτερη θέση από πριν, έτοιμοι για να θέσουν τα θεμέλια της νέας οικονομικής κρίσης. Όμως δεν τους νοιάζει, γιατί θα πάρουν πάλι εγγυήσεις. Αυτή είναι η ταξική συνείδηση με μια δόση εκδικητικότητας.

 

Θα έλεγα πως τώρα χρησιμοποιούν περισσότερο προπαγάνδα για τη διάλυση των σωματείων παρά βίαιες τακτικές. θα συμφωνούσατε; 

 

Για μια περίοδο, μετά τον Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο, όταν δόθηκε μεγάλη στήριξη στους εργάτες, η προπαγάνδα ήταν πιο διακριτική. Όμως από την εποχή του Ρέιγκαν και έκτοτε, γίνεται ανοιχτά. Ο Ρέιγκαν απεχθανόταν τα σωματεία και ήθελε την καταστροφή τους. Αυτό ξεκίνησε από την απεργία των εναέριων ελεγκτών και επεκτάθηκε. Η κυβέρνηση Ρέιγκαν είπε στους επιχειρηματίες ότι δεν θα εφαρμόσει τους εργατικούς νόμους. Στα χρόνια διακυβέρνησης του Ρέιγκαν οι παράνομες απολύσεις τριπλασιάστηκαν. Εκείνη την περίοδο δημιουργήθηκαν και οι εταιρείες που είναι ειδικές στη διάλυση των σωματείων. Μάλιστα δεν το κάνουν κρυφά και επιστρατεύουν πολλές τεχνικές διοίκησης, ώστε να καταστρέφουν τα σωματεία. Όταν ανέλαβε ο Κλίντον τη διακυβέρνηση αυτό μετριάστηκε κάπως. Εντούτοις, είχε έναν διαφορετικό μηχανισμό διάλυσης των σωματείων, τη NAFTA ( Συμφωνία Ελεύθερου Εμπορίου της Βόρειας Αμερικής). Επειδή η κυβέρνηση δεν έκανε χρήση των νόμων, πολλοί εργοδότες μπόρεσαν να εκμεταλλευτούν τη NAFTA και να απειλήσουν όσους οργάνωναν σωματεία, με μετάθεση. Είναι κάτι παράνομο, αλλά με μια κυβέρνηση που δεν κάνει χρήση των νόμων η έννοια της παρανομίας δεν υπάρχει. Νομίζω ότι το μπλοκάρισμα των ενεργειών για τη δημιουργία σωματείων έφτασε τότε το 50% επί του συνόλου τους.[…]

 

 

Η Νταιάν Κραουτάμερ είναι μέλος των IWW και παραγωγός της ταινίας : «Νικάμε: Η Μάχη Να Οργανωθούν τα Starbucks». Για να ακούσετε ολόκληρη τη συνέντευξη επισκεφθείτε τη σελίδα authoritysmashers.wordpress.com .

Μετάφραση: Μαρία Πατεράκη


Μια περίφημη νίκη

ΧΑΟΥΑΡΝΤ ΖΙΝ

Απόσπασμα από το βιβλίο του

«A Power Governments Cannot Suppress», City Lights Books

 

Πώς είναι δυνατόν σήμερα, σ' αυτόν τον κόσμο των πολέμων και της αδικίας, να είναι κάποιος κοινωνικά ενεργός και αφοσιωμένος στον αγώνα και  παράλληλα να παραμένει πνευματικά υγιής, χωρίς να αποστασιοποιηθεί ή να τον καταβάλλει η καρτερικότητα ή ο κυνισμός;

Είμαι απόλυτα πεπεισμένος πλέον, πως ο στόχος του αγώνα δεν πρέπει να είναι ένας καλύτερος κόσμος, αλλά το να μην παρατήσουμε το παιχνίδι πριν ανοίξουν όλα τα χαρτιά. Η μεταφορά είναι εσκεμμένη. Η ζωή είναι τζόγος. Η μη συμμετοχή στο παιχνίδι, ισοδυναμεί με αποκλεισμό όλων των πιθανοτήτων για νίκη. Εάν όμως παίξεις και δράσεις, τότε αν μη τι άλλο δημιουργείς μία δυνατότητα για να αλλάξεις τον κόσμο.

Υπάρχει γενικά μια τάση να πιστεύουμε πως αυτό που βλέπουμε στην παρούσα στιγμή θα συνεχίσει να υφίσταται για πάντα. Συνηθίζουμε να ξεχνάμε το πόσο συχνά έχουμε εκπλαγεί από ξαφνικές καταρρεύσεις των θεσμών, από εκπληκτικές αλλαγές στη σκέψη των ανθρώπων, από απροσδόκητες επαναστατικές εκρήξεις εναντίον τυραννιών, από απότομες καταστροφές συστημάτων ισχύος που μέχρι πρότινος φαίνονταν ανίκητα.

Αυτό που καταδεικνύεται ολοφάνερα από την ιστορία των τελευταίων εκατό χρόνων είναι η παντελής μη προβλεψιμότητα. Η επανάσταση για την ανατροπή του τσάρου της Ρωσίας, μέσα στους κόλπους τής πιο αργά αναπτυσσόμενης ημιφεουδαρχικής αυτοκρατορίας, όχι μόνο εξέπληξε τις πιο προηγμένες αυτοκρατορικές δυνάμεις, αλλά έπιασε εξ απήνης και αυτόν ακόμη τον Λένιν και τον ανάγκασε να σπεύσει με το τρένο στην Αγία Πετρούπολη για να προλάβει τις εξελίξεις. Ποιος άραγε θα μπορούσε να προβλέψει τις δραματικές αλλαγές του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου; Το γερμανοσοβιετικό σύμφωνο (με εκείνες τις ντροπιαστικές φωτογραφίες των Βον Ρίμπεντροπ και Μολότωφ να σφίγγουν τα χέρια) να ακολουθείται από την επέλαση του φαινομενικά ανίκητου γερμανικού στρατού στη Ρωσία, προκαλώντας κολοσσιαίες απώλειες, να απωθείται στη συνέχεια μπροστά από τις πύλες του Λένινγκραντ, στα δυτικά όρια της Μόσχας και στους δρόμους του Στάλινγκραντ, για να ακολουθήσει τελικά η ήττα του, με τον Χίτλερ να καταφεύγει στο οχυρό του στο Βερολίνο περιμένοντας να πεθάνει;

Και ο μεταπολεμικός κόσμος, όμως, πήρε μια τροπή που κανείς δεν θα μπορούσε να είχε φανταστεί εκ των προτέρων: Η επανάσταση των κινέζων κομμουνιστών, η θυελλώδης και βίαια Πολιτιστική Επανάσταση, για να έλθει μετά μια ακόμη μεταστροφή πολιτικής, με την μετά Μάο Κίνα ν' αποκηρύσσει τις πιο ένθερμα υποστηριζόμενες ιδέες και θεσμούς της και να κάνει ανοίγματα προς τη Δύση, φλερτάροντας με το καπιταλιστικό εγχείρημα και σαστίζοντας τελικά τους πάντες.

Κανείς δεν είχε προβλέψει τη μεταπολεμική ταχεία αποσύνθεση των παλαιών Δυτικών αυτοκρατοριών. Ούτε τις ιδιόρρυθμες κοινωνίες που θα συγκροτούσαν τα καινούργια ανεξάρτητα έθνη, από τον ευεργετικό σοσιαλισμό του Nyerere στα χωριά της Τανζανίας, μέχρι την τρέλα του Idi Amin στη γειτονική Ουγκάντα. Η Ισπανία αποτέλεσε επίσης μια έκπληξη. Θυμάμαι ένα βετεράνο της Ταξιαρχίας του Αβραάμ Λίνκολν να μου λέει, πως δεν μπορεί να φανταστεί τον ισπανικό φασισμό να ανατρέπεται αναίμακτα. Όμως ο Φράνκο έπεσε και αντικαταστάθηκε από μια κοινοβουλευτική δημοκρατία ανοιχτή σε όλους· σοσιαλιστές, κομμουνιστές, αναρχικούς.

Το τέλος του 2ου Παγκοσμίου Πολέμου μας άφησε κληρονομιά δύο υπερδυνάμεις, με τις δικές τους σφαίρες επιρροής και ελέγχου, να ανταγωνίζονται για τη στρατιωτική και πολιτική τους κυριαρχία. Όμως κι αυτές αποδείχθηκαν ανίκανες να ελέγξουν τα γεγονότα, ακόμη και στις περιοχές εκείνες του κόσμου που θεωρούνταν πως βρίσκονταν στη σφαίρα επιρροής τους. Η αποτυχία της Σοβιετικής Ένωσης να επιβληθεί στο Αφγανιστάν και η απόφασή της να αποσυρθεί απ' αυτό μετά από μία σχεδόν δεκαετία απεχθούς επέμβασης, αποτελεί την πιο χαρακτηριστική απόδειξη πως ακόμη και η κατοχή θερμοπυρηνικών όπλων δεν μπορεί να εγγυηθεί την κυριαρχία πάνω σ' έναν αποφασισμένο πληθυσμό.

Οι Ηνωμένες Πολιτείες αντιμετώπισαν κι αυτές την ίδια πραγματικότητα. Ενεπλάκησαν σ' έναν ολοκληρωτικό πόλεμο στην Ινδονησία, διεξάγοντας τον πιο βάρβαρο βομβαρδισμό μιας μικρής χερσονήσου στην παγκόσμια ιστορία και παρόλα αυτά αναγκάστηκαν να αποσυρθούν. Κάθε μέρα βλέπουμε στους τίτλους των εφημερίδων παρόμοια περιστατικά αποτυχίας επιβολής των υποτιθέμενων ισχυρών έναντι των υποτιθέμενων αδυνάτων, όπως στην Βολιβία και στη Βραζιλία, όπου τα τοπικά κινήματα εργαζομένων και φτωχών έχουν εκλέξει νέους προέδρους που έχουν δεσμευτεί να πολεμήσουν τις καταστροφικές δυνάμεις των πολυεθνικών εταιριών.

Κοιτάζοντας τον κατάλογο των μεγαλειωδών αυτών εκπλήξεων, γίνεται πασιφανές πως ο αγώνας για δικαιοσύνη δεν πρέπει να εγκαταλειφθεί λόγω της φαινομενικά συντριπτικής υπεροχής αυτών που έχουν τα όπλα και τα χρήματα και οι οποίοι δείχνουν ανίκητοι μέσα στην αποφασιστικότητά τους να διατηρήσουν την ισχύ τους. Αυτή ακριβώς η εμφανής δύναμη είναι που έχει επανειλημμένως αποδειχθεί ιδιαίτερα τρωτή απέναντι σε ανθρώπινες αξίες, λιγότερο υπολογίσιμες από τις βόμβες και τα δολάρια, όπως το ηθικό πάθος, η αποφασιστικότητα, η ενότητα, η οργάνωση, η εκούσια θυσία, η ευφυΐα και η εφευρετικότητα, το κουράγιο και η υπομονή. Το είδαμε με τους μαύρους της Αλαμπάμα και της Νότιας Αφρικής, με τους χωρικούς του Ελ Σαλβαδόρ, της Νικαράγουα και του Βιετνάμ, καθώς και με τους εργαζόμενους και τους διανοούμενους της Πολωνίας, της Ουγγαρίας και της ίδιας ακόμη της Σοβιετικής Ένωσης. Δεν υπάρχει κανένας ψυχρός υπολογισμός ισορροπίας δυνάμεων, που θα μπορούσε να αποτρέψει ανθρώπους που έχουν πειστεί πως ο αγώνας τους είναι δίκαιος.

Έχω προσπαθήσει σκληρά να εναρμονιστώ με τον πεσιμισμό των φίλων μου για το μέλλον του κόσμου (άραγε είναι μόνο οι φίλοι μου;), αλλά συνεχίζω να συναντώ ανθρώπους που παρόλα τα φριχτά πράγματα που γίνονται παντού, εξακολουθούν να μου δίνουν ελπίδα. Οπουδήποτε κι αν πάω βρίσκω τέτοιους ανθρώπους, κυρίως νέους, στους οποίους και ανήκει το μέλλον. Εκτός από τους ατίθασους ακτιβιστές, φαίνεται πως υπάρχουν εκατοντάδες και χιλιάδες ακόμη άνθρωποι που είναι δεκτικοί σε ανορθόδοξες ιδέες. Τείνουν όμως να μην γνωρίζουν ο ένας την ύπαρξη του άλλου, με αποτέλεσμα όλες οι προσπάθειές τους, αν και επίμονες, να είναι μάταιες όπως η απεγνωσμένη υπομονή του Σίσυφου στην αέναη προσπάθειά του να σπρώχνει συνεχώς τον βράχο προς την κορυφή του βουνού. Αυτό προσπαθώ να πω σε κάθε τέτοια ομάδα. Ότι δεν είναι μόνοι τους. Κάθε ομάδα που έχει απογοητευτεί από τη μη ύπαρξη ενός εθνικού κινήματος, αποτελεί από μόνη της την απόδειξη για την δυνατότητα ενός τέτοιου κινήματος.

Οι επαναστατικές αλλαγές δεν έρχονται ως ένα κατακλυσμιαίο κίνημα (να τα φοβάστε αυτά τα κινήματα!), αλλά ως μια ατελείωτη ακολουθία εκπλήξεων, κινούμενη ζιγκ ζαγκ προς μια πιο αξιοπρεπή κοινωνία. Δεν είναι ανάγκη να εμπλακούμε σε μεγάλες ηρωικές πράξεις για να συμμετάσχουμε στη διαδικασία της αλλαγής. Μικρές δράσεις, πολλαπλασιαζόμενες από εκατομμύρια ανθρώπους, μπορούν αθόρυβα να μετεξελιχθούν σε μια τεράστια δύναμη που καμία κυβέρνηση δεν θα μπορεί να καταστείλει. Μια δύναμη που θα μπορεί να μεταμορφώσει τον κόσμο.

Ακόμη και εάν δεν «νικήσουμε», θα έχουμε βιώσει τη χαρά και την ολοκλήρωση από το γεγονός της συμμετοχής μας, μαζί με άλλους αξιόλογους ανθρώπους, σε κάτι που άξιζε τον κόπο. Χρειαζόμαστε ελπίδα. Ο οπτιμιστής δεν είναι αυτός που αμέριμνος σιγοσφυρίζει ανόητα στα σκοτάδια των καιρών μας. Το να συνεχίσεις να ελπίζεις σε δύσκολους καιρούς, δεν είναι ανόητος ρομαντισμός. Βασίζεται στο γεγονός πως η ανθρώπινη ιστορία δεν χτίζεται μόνο με ανταγωνισμό και βαρβαρότητα. Η συμπόνια, η θυσία, το κουράγιο και η ευγένεια, αποτελούν επίσης χαρακτηριστικά της.

Αυτό που θα επιλέξουμε τελικά για να εστιάσουμε μέσα στην πολυπλοκότητα της ανθρώπινης ιστορίας, θα καθορίσει και τη ζωή μας. Εάν το μόνο που βλέπουμε είναι το χειρότερο, τότε καταστρέφουμε την όποια δυνατότητά μας να κάνουμε κάτι. Εάν όμως θυμόμαστε τις στιγμές και τα μέρη – και είναι πραγματικά πάρα πολλά – που οι άνθρωποι συμπεριφέρθηκαν μεγαλειωδώς, μας ενεργοποιεί να δράσουμε και αν μη τι άλλο αυξάνει την πιθανότητα να αλλάξουμε τη ροή του κόσμου. Και αν είμαστε ενεργοί, κατά κάποιο τρόπο δεν χρειάζεται να περιμένουμε για κάποιο σπουδαίο ουτοπικό μέλλον. Το μέλλον, εξάλλου, αποτελείται από μια επ' άπειρον διαδοχή στιγμών του παρόντος κι αν ζούμε στο τώρα όπως νομίζουμε ότι πρέπει να ζούνε οι άνθρωποι, τότε περιφρονώντας όλο το κακό που υπάρχει γύρω μας, έχουμε κερδίσει μια περίφημη νίκη.

Πέθανε στις 27 Ιανουαρίου του 2010, σε ηλικία 87 ετών, ο αμερικανός ιστορικός, θεατρικός συγγραφέας και κοινωνικός ακτιβιστής Howard Zinn. Το άστρο του θα συνεχίσει λαμπερό να φέγγει για πάντα στο απώτερο μέλλον. Κι αν ο αγώνας του δικαιωθεί, ένας καινούργιος, κοινωνικά δίκαιος, κόσμος θα ανατείλει, που θα οφείλει ένα τεράστιο χρέος στον Howard και σ' άλλους σαν κι αυτόν που έδωσαν τόσα πολλά απ' τον εαυτό τους για εμάς. - ZNet Staff

Μετάφραση: Γιώργος Δράκος


Εκμετάλλευση:

Μια Προσέγγιση του Κοινού Νου

 

Κρις Σπανός

 

Ομιλία στο 7ο Διεθνές Συνέδριο «Rethinking Marxism» 6-11-2009, στο Πανεπιστήμιο της Μασαχουσέτης στο Amherst

 

Τι εννοούμε με τον όρο εκμετάλλευση; Νομίζω πως εκμετάλλευση σημαίνει ότι κάποιοι δεν λαμβάνουν αυτά που θα έπρεπε να λαμβάνουν από την κοινωνικά επωφελή εργασία τους. Οι περισσότεροι πιθανότατα θα συμφωνούσαν, αλλά ακόμη δεν γνωρίζουμε το τι ακριβώς σημαίνει. Περαιτέρω, νομίζω ότι σημαίνει πως κάποιος που εργάζεται περισσότερες ώρες, πιο εντατικά, ή κάτω από περισσότερο επαχθείς συνθήκες, θα έπρεπε να λαμβάνει περισσότερα από το κοινωνικό προϊόν. Αλλά γιατί επιλέγουμε αυτό τον ορισμό και ποιες οι συνέπειές του;

[…]

Το λογικό είναι ότι «εάν η εργασία σου συνεισφέρει περισσότερο στην οικονομική πίτα, καθιστώντας την έτσι μεγαλύτερη και καλύτερη, τότε το μόνο σωστό είναι να λαμβάνεις παραπάνω». Σύμφωνα με την άποψη αυτή, όχι μόνο δεν εκμεταλλεύεσαι κάποιους άλλους, εάν αμείβεσαι σε αντιστοιχία με την αξία που παράγεις μέσω της εργασίας σου, αλλά και κάποιοι άλλοι θα σε εκμεταλλεύονταν σε περίπτωση που αμειβόσουν λιγότερο από την αξία της προσωπικής σου συνεισφοράς. Ωστόσο, αυτή είναι η ίδια λογική με αυτή περί αμοιβής σύμφωνα με τη συνεισφορά των προσωπικών παραγωγικών περιουσιακών στοιχείων και πρέπει να απορριφθεί για τους ίδιους λόγους. Γιατί ισχυρίζομαι ότι είναι η ίδια; Γιατί παραγωγικά περιουσιακά στοιχεία μπορούν να αποκτηθούν μέσω ωμής βίας, τύχης ή κληρονομιάς – κανένα από τα οποία δεν αξίζει δίκαιης επιβράβευσης. Ομοίως, η γενετική λοταρία, όπου για παράδειγμα τα μακρύτερα χέρια ή η μεγαλύτερη σωματική αντοχή κάποιου του επιτρέπει να μαζεύει περισσότερα μήλα μέσα σε μία ώρα, καθορίζεται επίσης από την τυχαιότητα της κληρονομικότητας και δεν αξίζει καμία υλική επιβράβευση.

 

Επίσης, η πρόσβαση στην εκπαίδευση και στην εργασία σε περισσότερο παραγωγικά περιβάλλοντα και βιομηχανίες είναι συχνά ζήτημα τύχης, ή δύναμης, παρά προσωπικής προσπάθειας ή θυσίας, και γι' αυτό δεν αξίζει κάποια ειδική ανταμοιβή. Έτσι, σε υπεράσπιση της επιβράβευσης της συνεισφοράς της προσωπικής εργασίας, αναφέρεται μερικές φορές ότι οι γενετικοί παράγοντες και το ταλέντο μπορεί να μην αξίζουν επιβράβευσης, αλλά απαιτούν εκπαίδευση κι εδώ είναι που εξηγείται το πως ένας γιατρός αξίζει το μισθό του, λόγω των θυσιών του κατά τη διάρκεια όλων αυτών των χρόνων της επιπλέον εκπαίδευσης. Βέβαια, περισσότερη εκπαίδευση δεν σημαίνει απαραίτητα και μεγαλύτερες προσωπικές θυσίες για το γιατρό. Το κόστος εκπαίδευσης εμπεριέχει το χρόνο και την ενέργεια των εκπαιδευτών, δασκάλων ή καθηγητών, καθώς και το κόστος για βιβλία, χτίσιμο σχολών, εργαστήρια και άλλoυς πόρους. Το κόστος που επωμίζεται η κοινωνία σίγουρα δεν καθιστούν το γιατρό δικαιούχο επιπλέον αμοιβής. Αυτό που είναι σχετικό είναι οι θυσίες που έκανε κατά την εκπαίδευσή του. Η προσωπική θυσία που κάνει ένας γιατρός κατά την εκπαίδευσή του συνίσταται στην ταλαιπωρία που προκύπτει από το χρόνο που αφιερώνει στις σπουδές του ως φοιτητής. Εάν συγκρίνουμε αυτή τη θυσία με τη θυσία, για παράδειγμα, κάποιου που εγκαταλείπει το εκπαιδευτικό σύστημα νωρίτερα για να εργαστεί ως ανθρακωρύχος ή σε ένα εργοστάσιο υφαντουργίας, τότε μπορούμε να ρωτήσουμε: «Ποιος κάνει τη μεγαλύτερη θυσία, ο φοιτητής ιατρικής που καλοπερνάει και σπουδάζει στο πανεπιστήμιο ή οι εργάτες στα εργοστάσια και στα ορυχεία;» Και εφόσον συμφωνούμε πως το κριτήριο για την αμοιβή θα πρέπει να είναι η θυσία, τότε ο χρόνος, το βάρος και η ένταση της δουλειάς σε ένα ορυχείο ή εργοστάσιο δεν ξεπερνούν το χρόνο που κάποιος ξοδεύει και τις θυσίες που κάνει ως φοιτητής; Σε ένα πανεπιστήμιο όπως αυτό, το να αμείβονται ακριβοδίκαια οι επιστάτες και οι γραμματείς που σκουπίζουν τα πατώματα, απαντούν στα τηλέφωνα και καθαρίζουν τους πίνακες από τις κιμωλίες, θα σήμαινε, υποπτεύομαι, μετά από εξέταση της έντασης και της διάρκειας της εργασίας, πως δικαιούνται να λαμβάνουν περισσότερα από ό,τι οι καθηγητές.

 

Και, σε κάθε περίπτωση, οι καθηγητές δεν θα έπρεπε να λαμβάνουν περισσότερα από τους επιστάτες εξ αιτίας της αξίας του προϊόντος τους, ή των γνώσεών τους, ή της μεγαλύτερης διαπραγματευτικής τους δύναμης. Μου φαίνεται ότι εάν δεν αναγνωρίζουμε ότι οι επιστάτες που κάνουν μεγαλύτερες προσωπικές θυσίες από ό,τι οι καθηγητές – εφόσον ο κάθε ένας εκπληρώνει τα καθήκοντα που του έχουν ανατεθεί – χρήζουν μεγαλύτερης αποζημίωσης, και όχι μικρότερης, τότε γινόμαστε υπέρμαχοι του ταξισμού και προσπαθούμε να δικαιολογήσουμε κάτι το οποίο αντικειμενικά συνιστά εκμετάλλευση.

 

Με άλλα λόγια, διαφορές στην αξία της συνεισφοράς της εργασίας των ανθρώπων, δηλαδή διαφορές στην παραγωγή, προκύπτουν συχνά εξ αιτίας διαφορών στη γενετική κατασκευή και το ταλέντο, τυχαίων παραγόντων – όπως στην περίπτωση που τυχαίνει να δουλεύει κάποιος με καλό εξοπλισμό ή σε μια βιομηχανία που παράγει κάτι που είναι πολύτιμο – ή διαφορών στην προσπάθεια που καταβάλει ο καθένας. Από όλους αυτούς τους λόγους σχετικά με το γιατί η εργασία ορισμένων ανθρώπων παράγει προϊόντα ή υπηρεσίες μεγαλύτερης αξίας από αυτά κάποιων άλλων, ο μόνος ο οποίος χρήζει μεγαλύτερης αποζημίωσης, από ηθικής σκοπιάς, είναι οι διαφορές στην προσπάθεια ή οι προσωπικές θυσίες. Επιπλέον, ο μόνος παράγοντας πάνω στον οποίο έχουμε έλεγχο προσωπικά και άρα και ο μόνος που έχει νόημα να ανταμείβεται έτσι ώστε να δίνει κίνητρο στους ανθρώπους να παράγουν όσο περισσότερο μπορούν, είναι η προσπάθεια. Η ανταμοιβή της προσπάθειας, δηλαδή των προσωπικών θυσιών σε σχέση με την επάχθεια, τη διάρκεια και την ένταση της συμμετοχής σε κοινωνικά επωφελή εργασία, δεν είναι απλώς το μόνο δίκαιο σύστημα ανταμοιβής, αλλά επίσης και το πλέον αποτελεσματικό κίνητρο για τη βελτίωση της απόδοσης.

 

Μετάφραση: Δημήτρης Γάκης

 


Αναγνώστες