29/1/09

Ζ_ΒΑΒΥΛΩΝΙΑ#52 Φεβ.09

ΓΑΖΑ 2009

 

Νόαμ Τσόμσκι

 

Το Σάββατο 27 Δεκεμβρίου εξαπολύθηκε η πιο πρόσφατη αμερικανο-ισραηλινή επίθεση εναντίον αβοήθητων Παλαιστινίων. Η επίθεση σχεδιάστηκε σχολαστικά τους τελευταίους 6 μήνες, σύμφωνα με τον ισραηλινό Τύπο. Ο σχεδιασμός περιελάμβανε δύο σκέλη: το στρατιωτικό και την προπαγάνδα. Βασίστηκε στα διδάγματα της ισραηλινής εισβολής το 2006 στο Λίβανο, που είχε θεωρηθεί κακοσχεδιασμένη και κακοδιαφημισμένη. Γι' αυτό μπορούμε να είμαστε σχεδόν σίγουροι ότι τα περισσότερα απ' όσα έγιναν και ειπώθηκαν ήταν προσχεδιασμένα και ηθελημένα.

 

Αυτό σίγουρα αφορά και το συγχρονισμό της βίαιης επίθεσης: λίγο πριν το μεσημέρι, όταν τα παιδιά γυρνούσαν από το σχολείο και πλήθη κόσμου περπατούσαν στους δρόμους της πυκνοκατοικημένης Γάζας. Χρειάστηκαν μόνο λίγα λεπτά για να σκοτωθούν πάνω από 225 άνθρωποι και να τραυματιστούν 700, ένα ελπιδοφόρο ξεκίνημα για τη επακόλουθη μαζική σφαγή αβοήθητων πολιτών παγιδευμένων σ' ένα μικρό κλουβί χωρίς καμία διέξοδο.

 

 Σύμφωνα με την αντίληψη του ανταποκριτή των Τάιμς της Ν. Υόρκης, Έθαν Μπρόνερ, στο άρθρο του «Αναλύοντας τα οφέλη από τον Πόλεμο στη Γάζα», αυτό το επίτευγμα ήταν ένα από τα πιο σημαντικά οφέλη. Το Ισραήλ υπολόγισε ότι θα ήταν θετικό να παρουσιαστεί «λυσσασμένο», προκαλώντας τεράστιο τρόμο· ένα δόγμα που ανάγεται πίσω στη δεκαετία του '50. «Οι Παλαιστίνιοι στη Γάζα πήραν το μήνυμα από την πρώτη μέρα», έγραψε ο Μπρόνερ, «όταν τα ισραηλινά μαχητικά χτύπησαν πολλούς στόχους ταυτόχρονα το πρωινό του Σαββάτου. Περίπου 200 σκοτώθηκαν αμέσως, σοκάροντας τη Χαμάς και ολόκληρη τη Γάζα». Η τακτική του «λυσσασμένου» φαίνεται να έχει επιτυχία, κατέληξε ο Μπρόνερ· υπάρχουν «κάποιες ενδείξεις ότι οι άνθρωποι της Γάζας βίωσαν τόσο πόνο απ' αυτόν τον πόλεμο, ώστε να αναγκαστούν να χαλιναγωγήσουν τη Χαμάς», την εκλεγμένη κυβέρνηση. Αυτό είναι ένα άλλο αρχαίο δόγμα του κρατικού τρόμου. Όλως τυχαίως, δεν αναφέρω την αντίληψη των Τάιμς ««Αναλύοντας τα οφέλη από τον Πόλεμο στην Τσετσενία», παρότι τα οφέλη ήταν σπουδαία.

 

 Ο σχολαστικός σχεδιασμός περιελάμβανε προφανώς και τον προσεκτικό συγχρονισμό του τερματισμού της φρικτής επίθεσης ακριβώς πριν τη στέψη του Ομπάμα, έτσι ώστε να ελαχιστοποιηθεί η (απομακρυσμένη) πιθανότητα να αναγκαστεί ο Ομπάμα να πει κάποια λόγια επικριτικά γι' αυτά τα απάνθρωπα εγκλήματα που υποστηρίχτηκαν από τις ΗΠΑ.

 

Δύο βδομάδες μετά την επίθεση του Σαββάτου, με τη Γάζα να έχει μετατραπεί σε ερείπια και ο φόρος θανάτου να έχει φτάσει τους 1000, η υπηρεσία του ΟΗΕ-UNRWA, στην οποία βασίζονταν οι περισσότεροι κάτοικοι της Γάζας για επιβίωση, ανακοίνωσε ότι ο ισραηλινός στρατός δεν επέτρεψε την είσοδο πλοίων με ανθρωπιστική βοήθεια στη Γάζα, επικαλούμενος ότι οι δίοδοι ήταν κλειστοί λόγω Σαββάτου. Για να τιμήσουν την ιερή μέρα, οι Παλαιστίνιοι, στα όρια της επιβίωσης, έπρεπε να στερηθούν φαγητό και φάρμακα, ενώ εκατοντάδες άνθρωποι επιτρεπόταν να σφαγιαστούν από τα αμερικανικά αεροπλάνα και ελικόπτερα, δύο βδομάδες πριν.

 

 Η άτεγκτη τήρηση του Σαββάτου, μ' αυτόν το διπλό τρόπο, προσέλκυσε ελάχιστη έως μηδαμινή προσοχή. Είναι λογικό. Στα χρονικά της αμερικανο-ισραηλινής εγκληματικότητας, αυτή η απανθρωπιά και ο κυνισμός με το ζόρι αξίζουν μία υποσημείωση. Είναι πολύ κοινές…

 

 Όλα αυτά είναι κανονικά, και σχολιάζονται σχεδόν ανοικτά από υψηλόβαθμους ισραηλινούς αξιωματούχους. Τριάντα χρόνια πριν, ο αρχηγός του Γενικού Επιτελείου Μορντεκάι Γκουρ σημείωσε ότι από το 1948 «πολεμάμε εναντίον ενός λαού που ζει στα χωριά και τις πόλεις». Σύμφωνα με την επισήμανση του Ζέεβ Σιφ, σημαντικότερου στρατιωτικού αναλυτή του Ισραήλ, «ο ισραηλινός Στρατός χτυπούσε πάντα αστικούς πληθυσμούς, εκούσια και συνειδητά… ο Στρατός δεν ξεχώρισε ποτέ αστικούς (από στρατιωτικούς) στόχους… (αλλά) επί τούτου χτύπησε αστικούς στόχους». Οι λόγοι εξηγούνται από το διακεκριμένο πολιτικό Άμπα Έμπαν: «υπήρχε πάντα μία λογική προσδοκία, τελικά επιβεβαιωμένη, ότι ο χτυπημένος πληθυσμός θα ασκήσει πιέσεις για την παύση των εχθροπραξιών». Το αποτέλεσμα, όπως ήξερε πολύ καλά ο Έμπαν, θα ήταν να επιτραπεί στο Ισραήλ να επιβάλλει, ανενόχλητα, τα σχέδιά του για παράνομη επέκταση και σκληρή καταπίεση. Ο Έμπαν κατέκρινε μία ανασκόπηση που έκανε ο πρωθυπουργός Μπεγκίν για τις επιθέσεις της εργατικής κυβέρνησης εναντίον πολιτών, στην οποία ο Μπεγκίν παρουσίασε την εικόνα «ενός Ισραήλ που μεταχειρίζεται αχαλίνωτα κάθε δυνατό μέσο θανάτου και πόνου εναντίον άμαχου πληθυσμού, θυμίζοντας καθεστώτα τα οποία ούτε ο κ. Μπεγκίν ούτε εγώ θα τολμούσα να προφέρω το όνομά τους». Ο Έμπαν δεν αντέκρουσε τα στοιχεία που παρέθεσε ο Μπεγκίν, αλλά τον κατέκρινε που τα ανέφερε δημοσίως. Ούτε νοιάστηκε ο Έμπαν ή οι θαυμαστές του ότι η υποστήριξη του μαζικού κρατικού τρόμου θυμίζει επίσης καθεστώτα τα οποία δεν θα τολμούσε να προφέρει το όνομά τους.

 

 Η δικαιολόγηση του κρατικού τρόμου από τον Έμπαν θεωρείται πειστική από σεβαστές αρχές. Όταν εξαπολύθηκε η τωρινή αμερικανο-ισραηλινή επίθεση, ο αρθρογράφος των Τάιμς Τόμας Φρίντμαν εξήγησε ότι η τακτική του Ισραήλ βασίζεται στη λογική αρχή «της προσπάθειας 'εκπαίδευσης' της Χαμάς, επιβάλλοντας υψηλό φόρο θανάτου στους αγωνιστές της, και βαρύ πόνο στον πληθυσμό της Γάζας». Αυτό έχει νόημα σε πραγματιστικό επίπεδο, όπως είχε στο Λίβανο, όπου «το μόνο μακροπρόθεσμο μέσο αποτροπής ήταν η επιβολή ικανού πόνου στους πολίτες – στις οικογένειες και τους εργοδότες των αγωνιστών – ώστε να χαλιναγωγήσουν τη Χεζμπολάχ στο μέλλον». Με την ίδια λογική, η προσπάθεια του Μπιν Λάντεν να «εκπαιδεύσει» τους Αμερικανούς στις 11/9 ήταν αξιέπαινη, όπως και οι επιθέσεις των Ναζί στο χωριό Λίντις της Τσεχίας και στο Οραντούρ της Γαλλίας, η καταστροφή του Γκρόζνι από τον Πούτιν, καθώς και άλλες αξιοσημείωτες προσπάθειες «εκπαίδευσης».

 

Όπως και άλλοι που γνωρίζουν την περιοχή, ο ειδικός της Μέσης Ανατολής Φάουαζ Γκέργκες παρατηρεί ότι «αυτό που δεν εκτιμούν οι ισραηλινοί αξιωματούχοι και οι αμερικανοί σύμμαχοί τους είναι ότι η Χαμάς δεν είναι μόνο μία ένοπλη οργάνωση αλλά ένα κοινωνικό κίνημα με πλατιά λαϊκή βάση, βαθιά ενσωματωμένο στην κοινωνία». Γι' αυτό όταν εφαρμόζουν τα σχέδια καταστροφής της «κοινωνικής πτέρυγας» της Χαμάς, στοχεύουν στην κοινωνία της Παλαιστίνης.

 

Ο Γκέργκες ίσως είναι πολύ ευγενικός. Είναι πολύ απίθανο οι ισραηλινοί και αμερικανοί αξιωματούχοι – ή τα ΜΜΕ και άλλοι ανταποκριτές – να μην εκτιμούν σωστά αυτά τα δεδομένα. Αντίθετα, υιοθετούν ανεπιφύλακτα την παραδοσιακή αντίληψη αυτών που μονοπωλούν τα μέσα της βίας: η πάνοπλη γροθιά μας μπορεί να ισοπεδώσει κάθε αντίσταση, και αν η λυσσασμένη μας επίθεση προκαλέσει πάμπολλους θανάτους αμάχων, αυτό είναι για καλό: ίσως οι υπόλοιποι πάρουν το μάθημά τους.

 

Μετάφραση: Ελένη Βασάλος

 


 

 

Η ΤΕΧΝΗ ΤΗΣ ΠΕΙΘΟΥΣ

Απόσπασμα από τη συνέντευξη του ΧΑΟΥΑΡΝΤ ΖΙΝ

στο μηνιαίο ελευθεριακό περιοδικό του Χάρβαρντ, Perspective.

 

Ρ: Τελικά, μιλάς συχνότερα σε ανθρώπους που είναι ήδη αφυπνισμένοι; Ή βρίσκεσαι αντιμέτωπος πολλές φορές με ανθρώπους που σε αμφισβητούν και σε κρίνουν;

 

Ζ: Ορισμένοι από τους ανθρώπους που απευθύνομαι είναι ήδη αφυπνισμένοι. Και μ' αυτούς έχω διαφορετική αποστολή απ' ότι με τους ανυποψίαστους. Γιατί δεν μπορείς να απευθύνεσαι σε όλους με τον ίδιο τρόπο. Χρειάζεται να προσαρμόζεις τα λόγια σου ανάλογα με το ακροατήριο που έχεις απέναντί σου  και με τον τόπο που βρίσκεσαι. Αν οι άνθρωποι απέναντί σου είναι με το μέρος σου, έχεις ακόμη δουλειά να κάνεις...Διότι και οι αφυπνισμένοι χρειάζονται πληροφόρηση – έχουν ανάγκη από πολεμοφόδια, για να αντιμετωπίζουν τα επιχειρήματα των ανθρώπων με τους οποίους έρχονται σε αντιπαράθεση...Και υπάρχει και κάτι άλλο που πρέπει να κάνεις με τους ανθρώπους που θεωρούνται ήδη αφυπνισμένοι...Ακόμα και αν γνωρίζουν αρκετά πράγματα, είναι πιθανόν να μην μετουσιώνουν την επίγνωσή τους σε πράξεις. Για να το πω αλλιώς, η αναλογία των ακτιβιστών είναι μικρή σε σχέση με το ποσοστό των ανθρώπων που γνωρίζουν ότι κάτι πρέπει να γίνει, αλλά προς το παρόν δεν κάνουν τίποτα.

 

Όσον αφορά τους ανυποψίαστους ανθρώπους, που δεν έχουν επίγνωση της σημερινής κοινωνικής κατάστασης, μιλάω σ' αυτούς πολύ συχνά· σε ακροατήρια που δεν ξέρουν ούτε ποιος είμαι ούτε τις ιδέες μου. Ένα παράδειγμα είναι οι ομιλίες μου σε λύκεια, που είναι πολύ συχνές. Εκεί ίσως υπάρχει κάποιος συγκεκριμένος δάσκαλος ή και διευθυντής που με καλεί να μιλήσω, αλλά οι μαθητές, εκτός από ελάχιστους, δεν ξέρουν τίποτε για μένα. Μερικές φορές διδάσκονται το βιβλίο μου στην τάξη. Η Ιστορία του Λαού των Η.Π.Α (εκδόσεις Αιώρα 2008, στμ) διδάσκεται σε αρκετά σχολεία. Αλλά συνήθως δεν συμβαίνει αυτό. Θυμάμαι κατά τη διάρκεια του πολέμου στον Κόλπο, 1991, που μιλούσα σε κάποια λύκεια, όπου το 90% των παιδιών – όπως με πληροφόρησαν οι αρχηγοί των τάξεων – υποστήριζαν τον πόλεμο. Σ' εκείνη την περίπτωση είχα κάτι πάρα πολύ σημαντικό να κάνω. Όπως και σε όλες τις περιπτώσεις ανυποψίαστων ανθρώπων, έπρεπε να αποκαλύψω την παραπληροφόρηση που είχαν δεχθεί,  να τους δώσω πληροφορίες τις οποίες δεν τους έδιναν, και με αυτόν τον τρόπο να τους δείξω ότι πάντα υπάρχουν πράγματα που δεν τους τα λένε, ότι θα πρέπει να ψάξουν οι ίδιοι για να βρουν την αλήθεια. Ότι το πιο σημαντικό πράγμα που πρέπει να κάνει ένας σκεπτόμενος άνθρωπος δεν είναι να αναρωτιέται εάν του είπαν ψέματα – με την χονδροειδή έννοια της ψεύτικης πληροφορίας – αλλά να διερευνά κατά πόσο τού αποκρύπτονται δεδομένα – γεγονός που τελικά ισοδυναμεί με το ψέμα.

 

Ρ:         Και φυσικά αυτές οι καταστάσεις που έτυχαν σε σένα δεν είναι μεμονωμένα περιστατικά· εμείς ως φοιτητές ακτιβιστές τις συναντάμε διαρκώς. Ένα πρόβλημα που αντιμετωπίζουμε συχνά, και πιθανώς το έχεις βιώσει και συ, είναι ότι υπάρχουν άνθρωποι που απλώς δεν επιθυμούν να ακούσουν, που είναι έτοιμοι να διαφωνήσουν για ένα θέμα, ακόμη και όταν γνωρίζουν ελάχιστα γι' αυτό.

 

 Ζ:        Λοιπόν, μερικές φορές είναι ζήτημα αντιμετώπισης της περιορισμένης πληροφόρησης των ανθρώπων αυτών ή  και της παντελούς έλλειψής της, ακόμη και αν η προσπάθεια αυτή δεν έχει άμεσα αποτελέσματα...Και συνήθως οι άνθρωποι δεν πείθονται αμέσως, αλλά μόνο αφού επεξεργαστούν τις νέες πληροφορίες. Παρ' όλα αυτά, όμως, πρέπει να τους παρέχουμε κάποια δεδομένα που δεν γνωρίζουν, έτσι ώστε τουλάχιστο να προβληματιστούν, αποδεχόμενοι το γεγονός ότι δεν θα καταφέρουμε να αλλάξουμε άμεσα τις θεμελιώδεις πεποιθήσεις τους.

 

            Θυμάμαι κάποτε που δίδασκα σε μία τάξη στο πανεπιστήμιο της Βοστόνης και αναφέρθηκα στα γεγονότα στη Μέση Ανατολή και ειδικά στο Ισραήλ. Έβαλα τους φοιτητές να διαβάσουν την επίσημη ιστορία του κράτους του Ισραήλ και να μελετήσουν και ένα βιβλίο του Νόαμ Τσόμσκι, Το μοιραίο Τρίγωνο (Εκδόσεις Λιβάνη 2002, στμ). Αρκετοί από τους φοιτητές μου ήταν Εβραίοι και πολλοί προέρχονταν, θα μπορούσες να πεις, από σκληροπυρηνικές, σιωνιστικές οικογένειες. Το βιβλίο του Τσόμσκι τους προκάλεσε σοκ. Δεν μπορούσαν να αποδεχτούν αυτά που διάβασαν. Και δεν τα πίστεψαν – έλεγαν ότι είναι αδύνατον να είναι έτσι τα πράγματα. Όμως, τελικά, ενώ υπήρχαν κάποιοι που αντιστάθηκαν μέχρι το τέλος και που απλώς δεν μπορούσαν να χωνέψουν τις νέες πληροφορίες, άλλοι ταρακουνήθηκαν και σίγουρα τις επεξεργάστηκαν.

 

Τελικά είναι ζήτημα αντιπληροφόρησης, η οποία κλονίζει τις μάλλον παγιωμένες αντιλήψεις των ανυποψίαστων ανθρώπων για τον κόσμο. Και είναι ζήτημα αμφισβήτησης των βασικών αρχών της σκέψης τους – εννοώντας με τον όρο βασικές αρχές, κάτι απλό όπως είναι η πεποίθηση ότι η κυβέρνηση πράττει πάντα το σωστό ή ότι είναι καλόπιστη, ότι έχει πάντα καλό σκοπό. Ακόμα και όταν η κυβέρνηση κάνει κάτι λάθος, είναι γιατί έχει καλό σκοπό. Με αυτήν την έννοια, πρέπει να αντιμετωπίσουμε αυτόν τον τρόπο σκέψης και να δείξουμε ότι η κυβέρνηση δεν έχει καλό σκοπό, ότι έχει συγκεκριμένα κίνητρα και συμφέροντα, που δεν συμπίπτουν με τα συμφέροντα του πληθυσμού αυτής της χώρας και σίγουρα όχι με τα συμφέροντα των άλλων λαών. Η βασική αρχή του πατριωτισμού είναι να υποστηρίζεις τη χώρα σου σε οτιδήποτε κάνει. Αυτή η αρχή πρέπει να αμφισβητηθεί. Όπως επίσης χρειάζεται να αντιμετωπιστεί η πεποίθηση του κόσμου ότι εάν διαβάσουν τους Τάιμς της Ν. Υόρκης, το  περιοδικό Τάιμ ή το Νιουσγουήκ, και ακούσουν τις ειδήσεις των 8, έχουν ενημερωθεί από τις σημαντικότερες πηγές πληροφόρησης. Καθώς και η άποψη του κόσμου ότι εάν έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές, διαθέτει υψηλό επίπεδο μόρφωσης. Και ότι η μόρφωση του ανθρώπου μετριέται με τα μεταπτυχιακά, και ότι όσο ψηλότερο είναι το επίπεδο πανεπιστημιακής μόρφωσης τόσο ψηλότερο είναι το επίπεδο διανοητικής καλλιέργειας. Κάποιοι ακόμη πιστεύουν ότι αν αποφοιτήσεις από το Χάρβαρντ, τότε έχεις κατακτήσεις την απόλυτη αλήθεια, έχεις πλησιάσει περισσότερο στο θεό.

 

Μετάφραση: Δημήτρης Κωνσταντίνου


 

 

Ο Ιθαγενής Πολιτισμός Άνδεων-Αμαζονίου

Απόσπασμα από κείμενο του Ούγκο Μπλάνκο

 

Σε μία πορεία άνω των 10.000 ετών, η πλούσια βιοποικιλότητα της περιοχής Άνδεων-Αμαζονίου δημιούργησε έναν πολιτισμό που βασίστηκε στη μητέρα φύση (Pachamama). Αυτή η κουλτούρα χαρακτηρίζεται από βαθιά γνώση της φύσης και είναι γεωργικά πολύ αναπτυγμένη. Η δική μας είναι μία από τις επτά ζώνες του κόσμου που πρωτογνώρισαν την καλλιέργεια της γης. Εδώ αναπτύχθηκε μία από τις μεγαλύτερες ποικιλίες καλλιεργούμενων ειδών. Αυτό συνδέθηκε με μία κοσμοθεωρία διαφορετική από τη Δυτική, που βλέπει τον δημιουργό ως ανώτερο, άυλο πνεύμα που κατασκεύασε τον άνθρωπο καθ' εικόνα και καθ' ομοίωση, και έφτιαξε τη φύση για να τον υπηρετεί. Πρέπει να ζήσουμε στην αγκαλιά της σε αρμονία μαζί της. Κάθε λόφος ή βουνό, κάθε ποτάμι, κάθε είδος φυτού ή ζώου έχει ψυχή.

 

Ο ιθαγενής, κολεκτιβιστικός τρόπος σκέψης είναι τόσο δυνατός που άντεξε επί 500 χρόνια την εισβολή και τη δικτατορία του ατομικισμού.

 

Στις γλώσσες Κουετσούα και Αϊμάρα, το όνομα για την κοινότητα των χωρικών είναι άιλου. Οι συνεκτικοί δεσμοί της κοινότητας βρίσκονται στην εργασία (άινι, μίνκα, φάενα)[1] και σε όλες τις άλλες πλευρές της ζωής. Η κοινότητα δεν περιορίζεται μόνο στους ανθρώπους. Συνεπάγεται μία στενή κοινοτική σχέση με τα καλλιεργούμενα είδη, τα φαρμακευτικά είδη, με τα ζώα και τα φυτά που φανερώνουν στους καλλιεργητές τις μεταβολές του καιρού και των εποχών, και ακόμη ευρύτερα με όλα τα ζώα και τα κηπευτικά είδη, με τη βροχή και τη γη.

 

Η ανάπτυξη της γεωργίας και της κτηνοτροφίας, που σε άλλους τόπους οδήγησε στη δουλεία και το φεουδαλισμό, στην Άμπια Γιάλα (Αμερική) οδήγησε σε νέες μορφές κολεκτιβισμού. Στη ζώνη των Άνδεων δημιούργησε μία ενότητα, την Ταουαντισούγιο, που εκτεινόταν στην περιοχή έξι σημερινών κρατών. (Αυτή αποκαλέστηκε «αυτοκρατορία» από τους εισβολείς, εξαιτίας της ίδιας άγνοιας που τους έκανε να αποκαλέσουν το λάμα «μεγάλο πρόβατο».)

 

Είναι αλήθεια ότι οι νέες μορφές κολεκτιβισμού δημιούργησαν σε κάποιες περιπτώσεις προνομιούχες κάστες και κατακτητικούς πολέμους. Αλλά σε κανένα μέρος της ηπείρου, η παραγωγή δεν βασίστηκε στη δουλεία ή στη δουλοπαροικία.

 

Για πάνω από 10.000 χρόνια ο πολιτισμός μας καλλιέργησε 182 είδη διαφορετικών φυτών, με 3.500 περίπου είδη πατάτας.

  • Οι λαοί μας γνωρίζουν 4.500 φαρμακευτικά φυτά.
  • Η σχεδιασμένη γεωργία μας βασίστηκε σε σύστημα με υδροκρίτες και λεκάνες συλλογής υδάτων.
  • Κατασκεύασαν μεγάλα υδραγωγεία, προσέχοντας τη διάβρωση της γης.
  • Εφάρμοσαν την καλλιέργεια σε βαθμίδες στις πλαγιές και «γουάρου-γουάρου»[2] στα υψίπεδα.
  • Διαφορετικές τεχνικές χρησιμοποιούνταν από ζώνη σε ζώνη.

Σ' ολόκληρη την περιοχή Ταουαντισούγιο, δημιουργήθηκαν αποθηκευτικοί χώροι για να παρέχουν τρόφιμα στον πληθυσμό, οποτεδήποτε υποβαθμιζόταν η καλλιέργεια από κλιματικούς παράγοντες.

 

Παρά την ύπαρξη προνομιούχων καστών, η πείνα και η μιζέρια δεν υπήρχαν. Τα ορφανά, οι άνθρωποι με ειδικές ανάγκες και οι γηραιότεροι απολάμβαναν τις υπηρεσίες της κοινότητας.

 

Η ραχοκοκαλιά αυτής της κοινωνικής οργάνωσης, η αγροτική δομή και οι αποθήκες τροφίμων, εξουδετερώθηκε κατά την εισβολή της Δύσης… Αναλογιζόμενοι την εισβολή των Ευρωπαίων στο σύνολό της, διαπιστώνουμε ότι η επιβολή της πείνας και της φτώχειας – η πολιτισμική τους επέμβαση – υπήρξε ακόμη πιο θανατηφόρα από τις σφαγές που πραγματοποίησαν και από την αρρώστια της ευλογιάς που μας διέδωσαν.

 

Εξεγέρσεις

Από την αρχή, ο λαός μας αντιστάθηκε στους εισβολείς. Πολυάριθμες εξεγέρσεις πραγματοποιήθηκαν, αρχής γενομένης από την επανάσταση του Τούπακ Αμάρου του 2ου. Αυτή διαδόθηκε μέχρι τη Βολιβία και κράτησε ακόμη και μετά το φρικτό βασανισμό και θάνατό του. Αργότερα η αποκαλούμενη «Επανάσταση για την Ανεξαρτησία» έλαβε χώρα. Δεν επέφερε, όμως, σημαντικές αλλαγές για τους ιθαγενείς ανθρώπους…

 

Οι σημερινοί αγώνες των αυτόχθονων χωρικών πραγματοποιούνται ενάντια στην καταστροφή της Μητέρας Γης· ενάντια στις λεηλασίες των γιγάντιων εταιριών, κυρίως εξόρυξης μετάλλων, αλλά και πετρελαίου-φυσικού αερίου. Παλιότερα οι περουβιανές κυβερνήσεις υπηρετούσαν τους φεουδάρχες· σήμερα υπηρετούν τις πολυεθνικές. Δρουν εις βάρος του περουβιανού λαού και της φύσης.  

 

Η βελτίωση των συνθηκών διαβίωσης είναι ακόμη ένας στόχος του αγώνα. Η ανεργία αυξάνεται συνεχώς, και το επίπεδο ζωής πέφτει. Στην επαρχία αυτό συμβαίνει λόγω υπερβολικά χαμηλών τιμών για τα προϊόντα της γεωργίας. Αυτό συνδέεται με τον αγώνα ενάντια στη Συνθήκη Ελεύθερου Εμπορίου με τις ΗΠΑ, που θα εκμηδενίσει τη γεωργία μας προς όφελος των μεγάλων, επιχορηγούμενων, πολυεθνικών εταιριών…

 

 Το Νόημα του Αγώνα μας

 Υπερασπιζόμαστε τον πολιτισμό μας σ' όλες τις πλευρές του: την κοσμοθεωρία μας, την κοινωνική οργάνωση, τις τελετουργίες και τη γεωργική τεχνογνωσία μας, τη φαρμακευτική μας, τη μουσική, τη γλώσσα μας, και πολλά άλλα.

 

Δεν ισχυριζόμαστε ότι ο πολιτισμός μας είναι ανώτερος από τους άλλους.

 

Αγωνιζόμαστε ενάντια στην άποψη ότι είμαστε κατώτεροι.

 

Επιθυμούμε να μας σέβονται ως ίσους.

 

Η παιδεία μας διδάσκει την αρμονία, την ισότητα και την ποικιλία. Το Περού είναι μία υπερβολικά ποικιλόμορφη χώρα, γεωγραφικά και δημογραφικά. Διαθέτουμε το 82% από τις 103 παγκόσμιες ζώνες φυσικής ζωής. Οι κάτοικοι μιλούν 45 διαφορετικές γλώσσες. Η μεγάλη γιορτή του Θεού Ήλιου των Ίνκας δεν ήταν αποκλειστική. Ενσωμάτωνε διαφορετικούς ανθρώπους με διαφορετικούς θεούς. Η αντίληψη του «ενός Θεού» δεν υπήρχε. Πιστεύουμε στην ισότητα των διαφορετικών· είμαστε ενάντια στην ομογενοποίηση.

 

Από τη μία μεριά, σεβόμαστε τις διαφορετικές ατομικότητες και ιδιομορφίες. Από την άλλη, αντιμαχόμαστε τον  ατομικισμό. Η δική μας είναι κουλτούρα της αλληλεγγύης.

 

Δεν αποσκοπούμε να επιστρέψουμε στο παρελθόν. Γνωρίζουμε ότι πρέπει να προσφέρουμε ότι καλύτερο μπορούμε στην πρόοδο του ανθρώπινου πολιτισμού.

 

Αυτό δεν έρχεται σ' αντίθεση με την πρόθεση να επιστρέψουμε στις δικές μας ρίζες. Το παρελθόν μας θα είναι ζωντανό στο μέλλον μας.

 

Αγαπάμε και νοιαζόμαστε τη Μητέρα Φύση (Πατσαμάμα). Λαχταράμε να βασίσουμε και πάλι την οικονομία μας στην πλούσια βιοποικιλότητά μας, μέσω της γεωργίας και της φυσικής φαρμακευτικής, μαζί με όποιες αβλαβείς σύγχρονες τεχνικές. 

 

Δεν θέλουμε το κοινωνικό μας σύστημα να βασίζεται στο βαθύ, αντικοινωνικό ατομικισμό, που μας έφεραν οι εισβολείς. Σκοπεύουμε να επανορθώσουμε και να ενισχύσουμε σ' όλα τα επίπεδα τη ζωντανή, κολεκτιβιστική αλληλεγγύη και αδελφικότητα της άιλου, χρησιμοποιώντας, ταυτόχρονα, όποια πανανθρώπινη γνώση δεν μας κάνει κακό.

 

 Ονειρευόμαστε ότι τα τελευταία 500 χρόνια, με τα καταστροφικά πλήγματα που δεχθήκαμε, είναι απλώς ένας παροδικός εφιάλτης σε σχέση με τα 10.000 χρόνια στα οποία χτίζεται ο πολιτισμός μας.

 

 Ο Hugo Blanco ήταν ηγέτης της εξέγερσης των Quechua χωρικών στην περιοχή Κούσκο του Περού στις αρχές της δεκαετίας του '60. Τον συνέλαβε ο στρατός και καταδικάστηκε σε 25 χρόνια φυλάκιση. Στη φυλακή έγραψε το σπουδαίο του έργο «Land or Death: The Peasant Struggle in Peru». Με τον αγώνα του κέρδισε την υποστήριξη σπουδαίων ανθρώπων όπως ο Σαρτρ, η Σιμόν ντε Μπωβουάρ, ο Μπέρναρντ Ράσελ και ο Τσε Γκεβάρα.

Μετάφραση: Πάνος Δημητριάδης


 



[1] Οι όροι αυτοί, μιας κολεκτιβιστικής γλώσσας, δεν μεταφράζονται στη γλώσσα των ατομικιστών. Άινι σημαίνει την αμοιβαία προσφορά εργασίας, ως συλλογική δραστηριότητα προς όφελος ενός ατόμου. Φάενα είναι η συλλογική εργασία για το συλλογικό όφελος. Μίνκα είναι η πιεστική, πληθωρική και θερμή έκκληση για βοήθεια κάθε είδους.

[2] Γουάρου-γουάρου είναι η τεχνική των εναλασσόμενων ζωνών ανυψωμένου εδάφους και χαντακιών. Η καλλιέργεια γίνεται στις ανυψωμένες ζώνες. Έτσι αποφεύγονται οι πλημμύρες και αντιμετωπίζονται οι ανομβρίες.

 

 

 

 ΧΩΡΙΣ ΠΙΣΤΗ, ΧΩΡΙΣ ΝΟΜΟ,

ΧΩΡΙΣ ΒΑΣΙΛΙΑ[1]

Δημήτρης Κωνσταντίνου

 

Δυστυχώς, η συντηρητικότητα είναι βαθιά ριζωμένη στις ψυχές των ανθρώπων. Πέρα από μια έμφυτη ανάγκη για σιγουριά και ασφάλεια, το μεγαλύτερο ποσοστό της καλλιεργείται ως μαθημένη συμπεριφορά από ένα ολόκληρο σύστημα, που διαιωνίζεται εις βάρος των πολλών. Κι όταν κάποιοι τολμούν να διανοηθούν το διαφορετικό, μια κοινωνία βασισμένη σε τελείως διαφορετικές αρχές (ή μια κοινωνία που θα κάνει πράξη αυτά που μέχρι τώρα διακηρύσσονται υποκριτικά και μένουν κενά λόγια), η αντίδραση της συντηρητικής ψυχής είναι απόλυτα προβλέψιμη. Η δική της ανεπάρκεια γεννά σκοτεινή ζηλοφθονία για κείνους που οραματίζονται μια διαφορετική κοινωνία και αγωνίζονται να την κατακτήσουν. Η μαθημένη δειλία χρωματίζει όλη τη συμπεριφορά της. Σκύβει το κεφάλι και εξοργίζεται με κείνους που δεν κάνουν το ίδιο.

 

Στο επίπεδο των επιχειρημάτων, όμως, όσοι εναντιώνονται στο καινούργιο είναι φτωχοί και καταφεύγουν μόνιμα στον κυνισμό· στην ανιστόρητη υπόθεση ότι τα πράγματα δεν αλλάζουν· ήταν, είναι και θα είναι πάντα έτσι. Σαν αντίλαλος ακούγεται η στερεότυπη απάντηση σε κάθε ριζοσπαστική πρόταση: «… αυτά είναι θεωρίες, δεν γίνονται στην πράξη». Μ' αυτό τον τρόπο θάβονται οι τύψεις για την αναισθησία απέναντι στις καθημερινές τραγωδίες μιας κοινωνίας, έτσι δικαιολογείται η απραξία και η λούφα στην ασφάλεια μιας ετοιμοπαράδοτης αλλά τόσο προβληματικής πραγματικότητας.

 

Αν, όμως, «ό,τι υπάρχει, είναι κι εφικτό», όπως διακήρυττε ο κουάκερος οικονομολόγος Κ. Μπόουλντινγκ, τότε αξίζει να διδαχθούμε από την ιστορία του ανθρώπινου είδους. Πάμπολλοι ανθρωπολόγοι αναδεικνύουν κοινωνίες που μας δείχνουν ότι μια ριζοσπαστικά διαφορετική ζωή σε ορισμένους τομείς υπήρξε στο παρελθόν και ότι αυτό που ζούμε σήμερα δεν είναι αιώνιο αλλά μόνο μια εφήμερη ανθρώπινη κατασκευή.

 

Ορισμένα βασικά συστατικά αυτού που αποκαλούμε αναρχική ουτοπία ήταν βιωμένη πραγματικότητα για αναρίθμητες κοινωνίες επί χιλιάδες έτη, προτού κυριαρχήσει με φωτιά και τσεκούρι ο «πολιτισμός» της Δύσης. Η ηλικία του homo sapiens αγγίζει τα 200.000 χρόνια[2], ενώ μόλις πριν από 15.000 χρόνια αναδύθηκε η γεωργία και η κτηνοτροφία, που κατέληξαν στον καπιταλισμό τα τελευταία 300 χρόνια. Βεβαίως, ελάχιστες αρχαϊκές κοινωνίες επιβιώνουν σήμερα εξαιτίας της μαζικής τους εξόντωσης, αλλά άφησαν πίσω τους πληθώρα στοιχείων και το γεγονός της μακροβιότητάς τους σημαίνει πολλά.

 

Αρκεί να απεγκλωβιστούμε από την ελληνοκεντρικότητα της Δυτικής παράδοσης, για να μπορέσουμε να δούμε τον πλούτο που έχουν να μας διδάξουν αμέτρητες άλλες, λογοκριμένες κοινωνικές οργανώσεις. Οι Εβραίοι ως περιούσιος λαός, η άρια φυλή του Χίτλερ και η απόλυτη μοναδικότητα της αρχαιοελληνικής δημοκρατίας είναι το ίδιο σοβινιστικό παραμύθι. Κι αν ο Κ. Καστοριάδης θεωρούσε καταχρηστικό τον όρο «δημοκρατία» για τα συμβούλια των Ιροκέζων, λόγω μη αυτοθέσμισης, ανθρωπολόγοι σαν τον Γκρέμπερ[3] μας θυμίζουν ότι η οργάνωση των Ιροκέζων ήταν βασισμένη σε συνθήκη, κοινή συμφωνία, υποκείμενη σε συνεχή επαναδιαπραγμάτευση. Παρόμοια, ο ανθρωπολόγος Κλαστρ[4] διαπιστώνει για τους Ινδιάνους της Αμερικής ότι βλέπουν την ύπαρξη εξουσίας ως την ίδια την επανεμφάνιση της φύσης, ως απειλή για τον πολιτισμό τους. Δεν αγνοούν την έννοια της εξουσίας, αλλά αυτοθεσμίζονται,  έτσι ώστε να μην της επιτρέψουν να εμφανισθεί.

 

Από την άλλη, σε συμφωνία με τον Καστοριάδη, ο Μ. Μπούκτσιν υποβαθμίζει τη δημοκρατικότητα των μη Δυτικών κοινωνιών τονίζοντας ότι βασίζονται στη συγγένεια, παραβλέποντας έτσι αντίθετα παραδείγματα πολλών κοινοτήτων όπως στη Μαγαδασκάρη ή στο Μπαλί, και αρνούμενος να δει τη δημοκρατική πραγματικότητα αυτών των κοινωνιών, πολύ πιο ουσιαστική από τις αντίστοιχες Δυτικές, ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή μη του θεσμού της συγγένειας. Οι περισσότεροι ακαδημαϊκοί, όμως, εστιάζουν στο γεγονός ότι η τεράστια πλειοψηφία των αρχαϊκών κοινωνιών δεν μεταχειρίζεται τη διαδικασία της ψήφου. [5]  Πράγματι, οι κοινωνίες αυτές επιμένουν στη συναινετική διαδικασία, αφού η πλειοψηφική απαιτεί την ύπαρξη στρατιωτικού μηχανισμού επιβολής των αποφάσεων της πλειοψηφίας, δηλαδή κράτος, εξουσία, καταπίεση.[6]

 

Οι πρώτοι περιηγητές στη Βραζιλία και πολλοί εθνογράφοι υπογράμμιζαν πως η σημαντικότερη ιδιότητα του Ινδιάνου φύλαρχου ήταν ότι δεν είχε στα χέρια του σχεδόν καμία εξουσία, ήταν στην υπηρεσία της κοινωνίας. Το αξιομνημόνευτο της πολιτικής οργάνωσης της πλειοψηφίας των ινδιάνικων κοινωνιών ήταν η έλλειψη κοινωνικής διαστρωμάτωσης και εξουσίας. Οι Όνα και οι Γιαγκάν της Γης του Πυρός δεν είχαν καν το θεσμό της φυλαρχίας, ενώ στη γλώσσα των Τζιβάρο δεν υπήρχε λέξη για τον «αρχηγό».

 

Πολύ φυσιολογικά, λοιπόν, οι Δυτικοί του 16ου αιώνα περιέγραφαν με βδελυγμία τις ινδιάνικες κοινωνίες:  ΧΩΡΙΣ ΠΙΣΤΗ, ΧΩΡΙΣ ΝΟΜΟ, ΧΩΡΙΣ ΒΑΣΙΛΙΑ.[7] Στα πωρωμένα τους μυαλά τότε (όπως και στα δικά μας σήμερα) η πίστη αφορούσε μόνο το δικό τους υπερβατικό, άυλο Θεό. Νόμος ήταν μόνο οι κανόνες που κατασκεύαζαν οι άρχοντες για να επιβάλλουν δια πυρός τα συμφέροντά τους. Ενώ η Δυτική-χριστιανική φιλοσοφία τούς είχε κάνει πλύση εγκεφάλου ότι η ζωή είναι αδύνατη χωρίς την ύπαρξη κάποιου Βασιλιά-απόλυτου εξουσιαστή.

 

Η συντηρητική σκέψη, προκειμένου να μην κλονιστούν τα σαθρά της θεμέλια, θα σπεύσει να χλευάσει πλήθος μη Δυτικές κοινωνίες ως πρωτόγονες. Θα επιδείξει το ρατσισμό της, επειδή έχει εκπαιδευτεί να κοιτάζει τα πράγματα αποικιοκρατικά και με βάση την ιδεοληψία του εξελικτισμού, της αναγκαστικής, μονόδρομης προόδου της ανθρώπινης κοινωνίας. Υποτίθεται ότι ο περίφημος Δυτικός πολιτισμός, η κοινωνία που ονομάζουμε καπιταλιστική,  επειδή επιβλήθηκε, είναι και το αποκορύφωμα των οργανωτικών προσπαθειών του ανθρώπου.

 

Κι όμως, διακεκριμένοι επιστήμονες, όπως ο ιστορικός Ε. Χόμπσμπαουμ ή ο κοινωνιολόγος Α. Γκίντενς, υποστηρίζουν το αντίθετο. Κάποιες κοινωνίες του παρελθόντος υπήρξαν πολύ καλύτερες σ' ορισμένους τομείς από τις σύγχρονες καπιταλιστικές, απέρριπταν τον πόλεμο και την εξουσία, έδιναν έμφαση στη συνεργασία και όχι στον ανταγωνισμό.[8] Ακόμη και στον τομέα της οικονομίας, οι κοινωνίες αυτές είναι συκοφαντημένες. Σύμφωνα με τον Κλάστρ, ονομάστηκαν κοινωνίες της επιβίωσης, επειδή αρνούνταν να παράγουν άχρηστο πλεόνασμα. Αλλά αυτό που αρνήθηκαν αυτές οι κοινωνίες ήταν η υπερβολή· οι άνθρωποι μόνο δια της βίας εργάζονται πέραν των αναγκών τους. Σωστότερα εκφράστηκε γι' αυτές ο ανθρωπολόγος Μ. Σάλινς: πρώτες κοινωνίες του ελεύθερου χρόνου, πρώτες κοινωνίες της αφθονίας. Σύμφωνα με τον ίδιο, ο στόχος της βιωσιμότητας επιτυγχάνεται στις κοινωνίες αυτές μέσα από ένα σύνολο βασικών αρχών: «η εργατική δύναμη και τα τεχνολογικά μέσα δεν χρησιμοποιούνται στο έπακρο, οι φυσικοί πόροι παραμένουν ανεκμετάλλευτοι σε μεγάλο βαθμό… η παραγωγή είναι περιορισμένη σε σχέση με τις υπάρχουσες δυνατότητες. Η εργάσιμη μέρα είναι μικρή. Οι μέρες αργίας ξεπερνούν τις εργάσιμες. Ο χορός, το ψάρεμα, τα παιχνίδια, ο ύπνος και οι γιορτές καταναλώνουν τον περισσότερο χρόνο της κοινωνίας». [9] 

 

Τελικά αληθεύει ότι ο μόνος τομέας στον οποίο η ανθρωπότητα σημειώνει διαρκώς πρόοδο είναι η εντατικοποίηση της εκμετάλλευσης της φύσης[10]· κάτι που μπορεί να έχει τραγική κατάληξη για τον πλανήτη ολόκληρο.

 

Και αν η συντηρητική σκέψη προσπαθεί απεγνωσμένα να διασώσει ότι απέμεινε από το ιδεολογικό της καταφύγιο, επιμένοντας ότι είναι αδύνατο να γυρίσουμε το χρόνο πίσω, τότε διατυμπανίζω ότι ο στόχος δεν είναι να μεταλλαχτούμε σε κυνηγούς-τροφοσυλλέκτες, αλλά το εξής αυτονόητο: να συνειδητοποιήσουμε ότι το διαφορετικό είναι εφικτό, να γνωρίσουμε τα θετικά στοιχεία τόσων άλλων κοινωνιών, που μέχρι τώρα περιφρονούσαμε, και να τα ενσωματώσουμε ανάλογα χωρίς προκατάληψη.

Αναπόφευκτα, κατά την εξερεύνηση αυτών των πολιτισμών γεννιέται το θεμελιώδες ζήτημα του μεγέθους. Είναι προφανές ότι ο δικός μας πολιτισμός, χάρη στον αστισμό που επιβλήθηκε από τον καπιταλισμό, χαρακτηρίζεται από τεράστιες συγκεντρώσεις πληθυσμού. Σύμφωνα, όμως, με τον πολιτικό φιλόσοφο Λέοπολντ Κερ «όταν κάτι είναι λάθος, τότε είναι πολύ μεγάλο», ενώ ο νεολουδίτης Κιρκπάτρικ Σέιλ αναφέρει ειρωνικά ότι «αν το ποντίκι έπρεπε να είναι τόσο μεγάλο όσο ο ελέφαντας, θα γινόταν ελέφαντας. Δηλαδή θα έπρεπε να αναπτύξει τέτοια χαρακτηριστικά, όπως τα τεράστια, κοντόχοντρα πόδια, που θα του επέτρεπαν να στηρίξει το υπερβολικό βάρος».

 

Ο ανθρωπολόγος Τζ. Μπέρντσελ[11] ορίζει ως ιδανικό μέγεθος μιας κοινότητας Αβοριγίνων στην Αυστραλία τους 500 ανθρώπους· αριθμός που φαντάζει απλησίαστος για τα δικά μας δεδομένα. Η σύγχρονη υπερβολική συγκέντρωση πληθυσμού και η επακόλουθη μαζικοποίηση αποτελεί δυσεπίλυτο ζήτημα, αλλά πρέπει να λυθεί, και αυτό που απαιτείται πρώτα απ' όλα είναι η ανθρώπινη βούληση. Η αποκέντρωση των κοινωνιών, δηλαδή η δημιουργία αυτοδιαχειριζόμενων πυρήνων σε κάθε πτυχή και υποτομέα της ανθρώπινης κοινωνικής ζωής, καθώς και ο τεμαχισμός των αστικών μαζών, η επιστροφή στο σχήμα των κωμοπόλεων, ίσως αναστρέψουν την καταστροφική μας πορεία. 

 

Ο σύγχρονος τρόπος οργάνωσης δεν είναι μονόδρομος, παρά την αντίθετη διακήρυξη της Θάτσερ και των απανταχού θατσεριστών ότι «δεν υπάρχει εναλλακτικός δρόμος». Αμέτρητοι πολιτισμοί διαφορετικοί από το Δυτικό δεν υστερούν σε τίποτα. Εμφανίζουν αρνητικά στοιχεία αλλά και πολλά θετικά, τα οποία αξίζει να εξερευνήσουμε για το δικό μας καλό, όχι με τα κοντόφθαλμα κριτήρια του δικού μας βιωμένου πολιτισμού αλλά με τα επιθυμητά κριτήρια μιας ιδανικής κοινωνικής οργάνωσης: αυτονομία (με την πλήρη έννοια που της δίνει ο Καστοριάδης), δικαιοσύνη, αλληλεγγύη, βιωσιμότητα, ανθρώπινη ολοκλήρωση.

 

Χαρακτηριστικά ήταν τα λόγια που έγραψε το 1908 ο εξερευνητής Βίλιαλμ Στέφανσον, μετά από 13 μήνες συμβίωσης με μία οικογένεια Εσκιμώων:

«Απονέμοντας απόλυτη ισότητα στα δύο φύλα και πλήρη ελευθερία χωρισμού, μία μόνιμη ένωση αταίριαστων ανθρώπων είναι σχεδόν αδιανόητη. Αλλά αν ένα ζευγάρι ταιριάξει αρκετά ώστε να μείνει παντρεμένο για ένα ή δύο χρόνια, το διαζύγιο γίνεται εξαιρετικά απίθανο, και είναι πολύ πιο σπάνιο από τη δική μας κοινωνία … Σ' ένα σπίτι Εσκιμώων ποτέ δεν άκουσα άσχημη κουβέντα μεταξύ του άντρα και της γυναίκας, ποτέ δεν είδα να τιμωρείται ένα παιδί ή να αντιμετωπίζεται ένας γέρος άνθρωπος χωρίς σεβασμό… Αυτά τα γοητευτικά χαρακτηριστικά των Εσκιμώων οφείλονται σε μεγάλο ποσοστό στο γαλήνιο χαρακτήρα τους  και στη γενική ικανότητα που επιδεικνύουν στις κοινοτικές σχέσεις. Αλλά μου φαίνεται λογικό να συμβάλλει σ' αυτά και η αξιοσημείωτη κοινωνική τους οργάνωση. Διότι ζουν ήδη σε κοινωνικές συνθήκες σαν αυτές για τις οποίες, στις δικές μας κοινωνίες, αγωνίζονται οι πιο αξιόλογοι άνθρωποι · σε συνθήκες τέτοιες που οι ιδεαλιστές μας ακόμη ονειρεύονται».[12]

 



[1] Ολόκληρη η μελέτη θα δημοσιευτεί στη συλλογή κειμένων «νυκτεγερσία 2» το Μάρτιο του 2009.

[3] D. Graeber,  Αποσπάσματα μιας Αναρχικής Ανθρωπολογίας, Στάσει Εκπίπτοντες, 2007, σ. 95.

[4] Pierre Clastres, Η Κοινωνία Ενάντια στο Κράτος, Αλεξάνδρεια, 1992, σ. 52.

[5] Ibid Graeber, σ. 96.

[6] Το πλειοψηφικό πολίτευμα της ελληνικής Πόλης, κατά τον Αριστοτέλη, καθοριζόταν με βάση το κύριο όπλο του στρατού της. Το ναυτικό προσφερόταν για δημοκρατία.

[7] Ibid, Clastres, σ. 34, 35, 215.

[8] A. Giddens, Κοινωνιολογία, Gutenberg, 2002, 104.

[9] Marshall Sahlins, Stone Age Economics, Aldine Transaction, 1972.

[10] E. Hobsbawm, Για την Ιστορία, Θεμέλιο, 1998.

[11] Chellis Glendinning, My Name is Chellis & I'm in Recovery from Western Civilization, Shambhala Publications, 1994.

[12] Edward Carpenter, Civilization Its Cause and Cure and Other Essays, George Allen & Unwin Ltd 1914.

 

 

 

ΑΡΠΑΓΗ ΓΗΣ ΣΤΗΝ ΑΥΣΤΡΑΛΙΑ

Τζον Πίλτζερ

 

Ισχυρισμοί για παιδική κακοποίηση αποδεικνύονται αποτελεσματική πρόφαση

για να απειληθούν οι κοινότητες των Αβοριγίνων που απλώνονται σε περιοχές εξόρυξης ουράνιου

 

 

Ένα επικών διαστάσεων σκάνδαλο ρατσισμού, αδικίας και σκληρότητας αποκρύπτεται, όπως ακριβώς συνέβη με το απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική. Πολλοί Αυστραλοί σιωπούν, ελπίζοντας να μην αποκαλυφτεί ποτέ η πραγματικότητα σχετικά με τους Υπανθρώπους της κοινωνίας τους, τους Αβορίγινες.

 

Τα γεγονότα, όμως, δεν μπορούν να αμφισβητηθούν: χιλιάδες μαύροι Αυστραλοί ποτέ δεν φτάνουν στην ηλικία των 40· μία εντελώς αντιμετωπίσιμη ασθένεια, το τράχωμα[1], τυφλώνει τα μαύρα παιδιά ως επιδημία ρευματικού πυρετού που ερημώνει τις κοινότητές τους· η αυτοκτονία ανάμεσα στ' απεγνωσμένα παιδιά είναι κάτι συνηθισμένο. Καμία άλλη ανεπτυγμένη χώρα δεν κατέχει τέτοια πρωτιά. Ένας διαδεδομένος μύθος των λευκών, ότι οι Αβορίγινες παρασιτούν σε βάρος του κράτους, εξυπηρετεί να υποκρύψει την αισχύνη ότι τα χρήματα που η ομοσπονδιακή κυβέρνηση λέει ότι ξοδεύει για υποθέσεις των ιθαγενών στην πραγματικότητα χρησιμοποιούνται ενάντια στα εδαφικά δικαιώματα των αυτόχθονων. Το 2006, περίπου 3δις αυστραλιανά δολάρια δεν ξοδεύτηκαν «ή εξοικονομήθηκαν ως απόρροια δημιουργικής λογιστικής», έγραψε η εφημερίδα Sydney Morning Herald. Όπως τα παιδιά του απαρτχάιντ, τα παιδιά των Αβοριγίνων του Ταμαρούρ στη Βόρεια Επικράτεια λαμβάνουν λιγότερα από τα μισά κονδύλια για εκπαίδευση, σε σχέση με τα παιδιά των λευκών.   

 

Το 2005, η επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών για την εξάλειψη των φυλετικών διακρίσεων περιέγραψε το ρατσισμό του αυστραλιανού κράτους, μία διάκριση που δεν δόθηκε σε καμία άλλη ανεπτυγμένη χώρα. Αυτό συνέβη κατά τη δεκαετή διακυβέρνηση από το συντηρητικό συνασπισμό του Τζον Χάουαρντ, του οποίου η κλίκα με λευκούς ρατσιστές ακαδημαϊκούς και δημοσιογράφους παραχάραξε την αλήθεια της καταγεγραμμένης γενοκτονίας στην Αυστραλία, ειδικά για το φρικιαστικό χωρισμό των παιδιών των Αβοριγίνων από τις οικογένειές τους. Ανέπτυξαν επιχειρήματα καθόλου ανόμοια με αυτά που χρησιμοποίησε ο Ντέιβιντ Ίρβινγκ για να διαψεύσει το Ολοκαύτωμα.

 

Η σπίλωση από τα μέσα μαζικής ενημέρωσης ως προάγγελος του τελευταίου κύκλου καταστολής είναι κάτι από καιρό γνώριμο στους μαύρους Αυστραλούς. Το 2006, η ναυαρχίδα των ειδησεογραφικών εκπομπών της Εταιρείας Ραδιοφωνίας της Αυστραλίας (ABC), η Lateline, διέδωσε ανατριχιαστικούς ισχυρισμούς περί «σεξουαλικής δουλείας» για τους ανθρώπους της φυλής των Mutitjulu στη Βόρεια Επικράτεια. Ως πηγή της εκπομπής αναφέρθηκε ένας «ανώνυμος νεαρός εργάτης», που αργότερα αποκαλύφτηκε ότι ήταν αξιωματούχος της ομοσπονδιακής κυβέρνησης, και του οποίου η «μαρτυρία» διαψεύστηκε από τον υπουργό της Βόρειας Επικράτειας και την αστυνομία.

 

Το ABC ποτέ δεν ανακάλεσε τους ισχυρισμούς του, υποστηρίζοντας ότι «δικαιώθηκε από εσωτερική έρευνα που διεξήγαγε». Λίγο πριν τις εκλογές του προηγούμενου έτους, ο Χάουαρντ κήρυξε «εθνική επείγουσα ανάγκη» και έστειλε το στρατό στη Βόρεια Επικράτεια για να «προστατεύσει τα παιδιά», των οποίων ένας «αδιανόητος αριθμός» είχαν κακοποιηθεί, όπως είπε ο υπουργός επί των υποθέσεων των αυτοχθόνων.

 

Τον περασμένο Φεβρουάριο, σε μια έντονη επίδειξη συναισθηματισμού, ο νέος πρωθυπουργός, ο  Κέβιν Ρουντ των Εργατικών, προχώρησε σε μία επίσημη συγγνώμη προς τους πρώτους αυστραλούς κατοίκους. Ειπώθηκε ότι η Αυστραλία αρχίζει τελικά να συμβιβάζεται με το αρπακτικό παρελθόν και παρόν της. Αλήθεια; «Η κυβέρνηση του Ρουντ», επεσήμανε στο κύριο άρθρο της η Sydney Morning Herald, «κινήθηκε γρήγορα για να ξεφορτωθεί αυτό το πολιτικό πρόβλημα με έναν τρόπο που ανταποκρίνεται στον συναισθηματισμό μερικών από τους οπαδούς της, όμως δεν αλλάζει τίποτε. Πρόκειται για έναν πονηρό ελιγμό».

 

Τον Μάιο, καλά κρυμμένα κυβερνητικά στατιστικά δεδομένα αποκάλυψαν ότι από τα 7.433 παιδιά Αβοριγίνων, που εξετάστηκαν από τους γιατρούς ως μέρος της «εθνικής επείγουσας ανάγκης», τα 39 είχαν αναφερθεί στις αρχές για υποψία κακοποίησης. Από αυτά, μόλις 4 το πολύ πιθανές περιπτώσεις κακοποίησης πιστοποιήθηκαν. Αυτοί ήταν οι «αδιανόητοι αριθμοί». Ελάχιστα διέφεραν από εκείνους της παιδικής κακοποίησης στη λευκή Αυστραλία. Αυτό που ήταν διαφορετικό ήταν ότι κανείς στρατιώτης δεν είχε εισβάλει στα παραλιακά προάστια, κανένας λευκός γονιός δεν είχε εκτοπιστεί, καμία ευημερία των λευκών δεν είχε μπει σε «καραντίνα». Η Μάριον Σκράιμγκουρ, μία λειτουργός των Αβοριγίνων στη Βόρεια Επικράτεια, ανέφερε: «Το να βλέπεις αξιοπρεπείς, σπλαχνικούς [Αβορίγινες] πατεράδες, θείους, αδέρφια και παππούδες, που αναμφίβολα ήταν αθώοι για τις τρομερές κατηγορίες που πρόχειρα τους απέδωσαν, να μένουν αβοήθητοι και να κλαίνε, επιβεβαιώνει σε μένα την εκτεταμένη κοινωνική ζημιά.

 

Αυτό που βρήκαν οι γιατροί, το γνώριζαν ήδη – παιδιά που κινδύνευαν από το φάσμα έσχατης φτώχειας και την άρνηση των μέσων σε μία από τις πιο πλούσιες χώρες του κόσμου. Έχοντας αλλάξει ελάχιστα πράγματα, ο Ρουντ συνέχισε από εκεί όπου ο Χάουαρντ είχε σταματήσει. Η υπουργός του περί των υποθέσεων των αυτοχθόνων, η Τζένι Μακλίν, απείλησε να ανακαλέσει την κρατική ενίσχυση προς τις απόμακρες κοινότητες που ήταν «οικονομικά μη βιώσιμες». Η Βόρεια Επικράτεια αποτελεί τη μόνη περιοχή, όπου οι Αβορίγινες έχουν κατοχυρώσει σαφή εδαφικά δικαιώματα, που τους παραχωρήθηκαν σχεδόν τυχαία 30 χρόνια πριν. Εδώ βρίσκονται μερικά από τα μεγαλύτερα αποθέματα ουρανίου στον κόσμο. Η Καμπέρα επιδιώκει να το εξορύξει και να το πουλήσει.

 

Οι ξένες κυβερνήσεις, ειδικά αυτή των ΗΠΑ, επιθυμούν να γίνει η Βόρεια Επικράτεια μία τοξική χωματερή. Η σιδηροδρομική γραμμή Αδελαΐδα – Ντάργουιν που οδηγεί παραπλεύρως στο Olympic Dam, το μεγαλύτερο ορυχείο ουράνιου του κόσμου, φτιάχτηκε με τη βοήθεια της εταιρείας Kellogg, Brown & Root, μιας θυγατρικής του αμερικανικού κολοσσού Halliburton του Ντικ Τσέινι, που είναι το «συνεταιράκι» του Χάουαρντ. «Η αρπαγή της γης των Αβοριγίνων δεν σχετίζεται σε τίποτα με την παιδική σεξουαλική κακοποίηση», αναφέρει η αυστραλή επιστήμονας Έλεν Κάλντικοτ, «αλλά έχει εξολοκλήρου να κάνει με την ανεμπόδιστη εξόρυξη και εκμετάλλευση του ουρανίου, καθώς και με τη μετατροπή ολόκληρης της Βόρειας Επικράτειας σε μία παγκόσμια πυρηνική χωματερή.

 

Αυτό που είναι μοναδικό στην Αυστραλία δεν είναι η ηλιόλουστη, μεταγενέστερη κοινωνία δίπλα στη θάλασσα, αλλά οι πρώτοι της άνθρωποι, οι παλαιότεροι στον κόσμο, των οποίων η ικανότητα και το κουράγιο να επιβιώνουν από την εισβολή, τελευταία πράξη της οποίας είναι και η πρόσφατη επίθεση, αξίζουν την υποστήριξη της ανθρωπότητας.

 

Ο John Pilger, από τις σημαντικότερες προσωπικότητες του καιρού μας, είναι επιφανής δημοσιογράφος και παραγωγός ντοκιμαντέρ, του οποίου οι δημιουργίες απέσπασαν ακαδημαϊκά βραβεία σε ΗΠΑ και Μεγάλη Βρετανία. «Ο Τζον Πίλτζερ», έγραψε ο Χάρολντ Πίντερ, «αποκαλύπτει, με ακλόνητα τεκμήρια, τη βρωμερή αλήθεια. Τον χαιρετώ».

Μετάφραση:Γιώργος Μπουρλής

 

 



[1] Ασθένεια που έφεραν στην Αυστραλία οι πρώτοι ευρωπαίοι άποικοι και διαδόθηκε ευρέως στους αυτόχθονες κατοίκους της. Είναι απίθανο να υπήρχε πρωτύτερα, καθόσον οι μικρές ομάδες κυνηγών-τροφοσυλλεκτών είχαν καλές συνθήκες υγιεινής. Παρόλο που είναι εύκολα αντιμετωπίσιμη, αφού σχετίζεται αποκλειστικά με τις φτωχές συνθήκες διαβίωσης και υγιεινής, η Αυστραλία αποτελεί τη μοναδική από τις 54 πιο ανεπτυγμένες χώρες στην οποία τη συναντά κανείς. Αξίζει να σημειωθεί ότι το τράχωμα εδώ και 100 χρόνια έχει εκλείψει από τη «λευκή Αυστραλία» και αφορά μόνο τους αυτόχθονες κατοίκους της. Οι μισοί απ' αυτούς στη Βόρεια Επικράτεια δε διαθέτουν επαρκή στέγαση και μία στις έξι κοινότητές τους δεν έχει πόσιμο νερό. Το 1991 τα κονδύλια παροχών για τις βασικές δομές και τη στέγαση των ιθαγενών κοινοτήτων μειώθηκαν κατά 2 δις δολάρια. Αυτές οι υπηρεσίες παρέχονται από τις τοπικές και ομοσπονδιακές κυβερνήσεις σ' όλο τον υπόλοιπο πληθυσμό στην Αυστραλία.  http://www.mja.com.au/public/issues/175_07_011001/taylor/taylor.html

 

 

 

ΟΜΠΑΜΑ – ΓΑΖΑ: ΚΑΜΙΑ ΕΚΠΛΗΞΗ

ΠΩΛ ΣΤΡΙΤ

ΔΟΛΟΦΟΝΩΝΤΑΣ ΠΑΙΔΙΑ

Την τελευταία εβδομάδα του 2008, ισραηλινές βόμβες και βλήματα κομμάτιασαν παιδιά Παλαιστινίων στη Γάζα. Το αεροπορικό υλικό που χρησιμοποιήθηκε για το φόνο αυτών των παιδιών (συμπεριλαμβανομένων των αεροσκαφών F-16 και των ελικοπτέρων Blackhawk) το προμήθευσαν οι ΗΠΑ.

 

Ο ανεξάρτητος οργανισμός για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων (HRW) αναφέρει το παρακάτω συμβάν από τη Γάζα, λίγο πριν τα μεσάνυχτα της Κυριακής 28 Δεκεμβρίου. «Ισραηλινά πολεμικά αεροπλάνα εξαπέλυσαν ένα ή περισσότερα βλήματα κατά του Ιμάντ Ακίλ τζαμιού στην Τζαμπάλια, που είναι ένας πυκνοκατοικημένος προσφυγικός καταυλισμός στο βόρειο τμήμα της Λωρίδας της Γάζας. Από την επίθεση σκοτώθηκαν πέντε κόρες του Ανουάρ Μπαλούσα που κοιμόντουσαν στην κρεβατοκάμαρα του σπιτιού τους, το οποίο γειτνίαζε στο τζαμί: η Τζαβαχέρ 4 ετών, η Ντίνα 8 ετών, η Σαμάρ 12 ετών, η Ικράμ 14 ετών και η Ταχίρ 18 ετών».

 

«Κοιμόμασταν και ξυπνήσαμε από τον ήχο των βομβών και των χαλασμάτων που έπεφταν πάνω στο σπίτι και τα κεφάλια μας», είπε ο Ανουάρ Μπαλούσα στο HRW.

 

Μετά από μία ώρα και κάτι, ένα ισραηλινό Blackhawk εξαπέλυσε δύο πυραύλους κατά του προσφυγικού καταυλισμού στην πόλη Ραφά. Ο ένας χτύπησε το σπίτι της οικογένειας του Αλ-Άμπζι, σκοτώνοντας τρία αδερφάκια (τον Σεντκί 3 ετών, τον Αχμέντ 12 ετών και τον Μοχάμεντ 13 ετών) και τραυματίζοντας δύο αδερφές και τη μητέρα των παιδιών. (HRW, "Israel/Hamas: Civilians Must Not be Targets," December 30, 2008, read at http://www.hrw.org/en/news/2008/12/30/israelhamas-civilians-must-not-be-targets)

 

Μέχρι τις 28 Δεκεμβρίου, δηλαδή δύο ημέρες μετά την έναρξη της αεροπορικής επίθεσης στη Γάζα, το Ισραήλ είχε σκοτώσει τουλάχιστον 270 Παλαιστίνιους και τραυματίσει περισσότερους από 1000[1], πολλούς απ' αυτούς σοβαρά. Άγνωστος είναι ο αριθμός των ανθρώπων που παραμένει θαμμένος κάτω από τα ερείπια, που σημαίνει ότι σίγουρα ο αριθμός των θυμάτων θα αυξηθεί.

 

Είναι ήδη η πιο αιματοβαμμένη επίθεση του Ισραήλ στη Γάζα τις τελευταίες δύο δεκαετίες – μία επιδρομή που κατά εγκληματικό τρόπο προσέβαλε μη στρατιωτικούς στόχους.

 

«ΕΠΙΤΑΚΤΙΚΗ ΑΝΑΓΚΗ Η ΑΝΤΙΔΡΑΣΗ»

Καθώς απολαμβάνει μαζί με την οικογένειά του πολυτελείς διακοπές σ' ένα πανάκριβο παραθαλάσσιο σπίτι στη Χαβάη, ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα δεν είχε να κάνει καμία δήλωση για το μακελειό στη Γάζα. Επιπλέον, ο εκπρόσωπος τύπου του Ομπάμα, Ντέιβιντ Άξελροντ, ουσιαστικά επιδοκίμασε τις δολοφονίες των παιδιών των Μπαλούσα και Αλ-Άμπζι στην εβδομαδιαία εκπομπή "Face the Nation." του NBC. «Λοιπόν, οπωσδήποτε ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος αναγνωρίζει την ιδιαίτερη σχέση ανάμεσα στις ΗΠΑ και το Ισραήλ,» είπε ο Άξελροντ στο NBC. «Είναι ένας σημαντικός δεσμός, μία σημαντική σχέση. Προτίθεται να την τιμήσει…Είναι ολοφάνερο ότι η κατάσταση έχει γίνει ακόμη πιο περίπλοκη το τελευταίο διήμερο και τις τελευταίες εβδομάδες. Όταν η Χαμάς άρχισε τους βομβαρδισμούς με ρουκέτες, το Ισραήλ αντέδρασε… Ο νεοεκλεγείς Πρόεδρος ήταν στο Σντερότ τον προηγούμενο Ιούλιο, στο νότιο Ισραήλ, μια πόλη που υπέστη τις σφοδρότερες επιθέσεις της Χαμάς… Και τότε είπε ότι, όταν οι βόμβες πέφτουν σα βροχή στους πολίτες σου, δημιουργείται η επιτακτική ανάγκη να αντιδράσεις και να προσπαθήσεις να κάνεις κάτι που θα βάλει τέλος σ' αυτό. Όπως καταλαβαίνετε, αυτό είπε τότε και νομίζω ότι αυτό πιστεύει και τώρα».

 

Μ' άλλα λόγια, για τον Ομπάμα, ο δολοφονικός βομβαρδισμός της Γάζας από τους Ισραηλινούς -ο οποίος αποτελεί προετοιμασία για επίγεια εισβολή- ήταν δικαιολογημένα αντίποινα και όχι ωμή επίθεση. Αυτή ήταν η θέση της ομάδας του Ομπάμα, όσον αφορά την τελευταία βιαιοπραγία του Ισραήλ – ακριβώς ίδια μ' αυτήν της διακυβέρνησης Μπους.

 

Η συγκεκριμένη θέση αγνόησε την κατάφωρα δυσανάλογη φύση της ισραηλινής αντίδρασης, η οποία στοίχισε τη ζωή σε εκατοντάδες Παλαιστίνιους, συμπεριλαμβανομένων πολλών πολιτών, ενώ μόνο 17 Ισραηλινοί έχουν σκοτωθεί από τις παλαιστινιακές ρουκέτες τα τελευταία 7 χρόνια. (Η ισραηλο-παλαιστινιακή διαμάχη είναι ένα εξαιρετικά ασύμμετρο ζήτημα).

 

Διέγραψε, επίσης, το γεγονός ότι το Ισραήλ και όχι η Χαμάς (η μαχητική μουσουλμανική οργάνωση που, μετά από εκλογές, κατέχει την εξουσία στο γκέτο της Γάζας) έσπασε την εξάμηνη εκεχειρία, όταν εξαπέλυσε βλήματα εναντίον της Γάζας, το βράδυ των αμερικάνικων προεδρικών εκλογών.(…)

 

ΔΕΙΚΤΗΣ ΡΑΤΣΙΣΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΩΝ ΑΡΑΒΩΝ

Μία από τις πλέον αποκαλυπτικές στιγμές της «αντιπολεμικής» σταδιοδρομίας του Ομπάμα, ήταν αυτή όπου, συμπορευόμενος με την υπόλοιπη δικομματική τάξη των ΗΠΑ, αρνήθηκε να ταχθεί στο πλευρό της διεθνούς κοινότητας και να καταδικάσει τη μαζικά δολοφονική αεροπορική επιδρομή των Ισραηλινών στο Λίβανο. Στην πραγματικότητα, ο Ομπάμα προσέτρεξε να υπερασπιστεί την κυβέρνηση Ολμέρτ, καθώς δεν του αρκούσε να κατευνάσει με αθόρυβο τρόπο τη μαζική κρατική βία εκ μέρους του Ισραήλ κατά τη διάρκεια του καλοκαιριού του 2006. Τάχθηκε υπέρ της απόφασης της Γερουσίας που υποστήριζε την επίθεση. Αρνούμενος να αποδώσει και την παραμικρή ευθύνη στο Ισραήλ για το θάνατο 800 και πλέον Λιβανέζων πολιτών, ο Ομπάμα επέμενε ότι ο πραγματικός φταίχτης γι' αυτούς τους θανάτους ήταν η αντι-κατοχική μουσουλμανική οργάνωση Χεζμπολάχ. Ισχυρίστηκε ότι η Χεζμπολάχ είχε χρησιμοποιήσει «αθώους ανθρώπους ως ασπίδες». Δεν είχε καμία σημασία που και οι δύο οργανώσεις για την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η Διεθνής Αμνηστία και η HRW, δεν ανακάλυψαν κανένα αποδεικτικό στοιχείο χρήσης τέτοιων πρακτικών - κάτι που επιβεβαιώθηκε από μεταγενέστερες συστηματικές έρευνες. Όταν ο Ζουν ζήτησε από τον εκπρόσωπο τύπου του Ομπάμα αποδείξεις που να στηρίζουν τον ισχυρισμό του τελευταίου περί «ανθρώπινων ασπίδων», το εκτελεστικό όργανο του Ομπάμα «έστειλε στον Ζουν τον ηλεκτρονικό σύνδεσμο (link) μιας φτωχά τεκμηριωμένης αναφοράς που συνέταξε ένα φιλοπόλεμο ισραηλινό ινστιτούτο ερευνών, όπου προΐσταται ο πρώην αρχηγός της Μοσάντ, της ισραηλινής υπηρεσίας πληροφοριών, η οποία είναι μπλεγμένη σε αναρίθμητες παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου». Οι επιτελείς του Ομπάμα αγνόησαν «μεταγενέστερες αιτήσεις για προσκόμιση περισσότερο αξιόπιστων πηγών».

 

«Η ρητορική του Ομπάμα ως γερουσιαστή», παρατήρησε ο Ζουν πέρυσι, «φανέρωσε αυτό που από κάποιους μπορεί να θεωρηθεί ως δείκτης ρατσισμού κατά των Αράβων. Έχει επανειλημμένως καταδικάσει τις επιθέσεις των Αράβων κατά ισραηλινών πολιτών αλλά ποτέ τις επιθέσεις των Ισραηλινών κατά αράβων πολιτών. (Zunes, "Obama and the Middle East").(…)

 

ΑΞΙΟΛΟΓΑ ΚΑΙ ΜΗ ΑΞΙΟΛΟΓΑ ΘΥΜΑΤΑ

Όταν ο Ομπάμα περιόδευσε στη Μέση Ανατολή, τον περασμένο Ιούλιο, έκανε τις καθιερωμένες υποχρεωτικές επισκέψεις στο ισραηλινό μνημείο του Ολοκαυτώματος και το Τείχος των Δακρύων. Συνάντησε Εβραίους αρχηγούς από όλο σχεδόν το πολιτικό φάσμα του Ισραήλ. Ταξίδεψε σε μία ισραηλινή πόλη που είχε υποστεί συχνές προσβολές από τους πυραύλους της Χαμάς. Διακήρυξε επανειλημμένα τη στοργική του υποστήριξη προς το Ισραήλ και εξέφρασε αποτροπιασμό για την παλαιστινιακή βία. Παρέμεινε σιωπηλός σχετικά με τον συνεχή εποικισμό των κατεχόμενων εδαφών από το Ισραήλ. Απέτυχε να ακολουθήσει το παράδειγμα του πρώην προέδρου Τζίμι Κάρτερ και να συμφωνήσει να συναντηθεί με τους δημοκρατικά εκλεγμένους ηγέτες της Χαμάς, με τους οποίους το Ισραήλ είχε διαπραγματευτεί μια παύση πυρός.

 

(…) Οι διοργανωτές του δημοκρατικού συνεδρίου του 2008 (όπου ο Ομπάμα πήρε και τυπικά το προεδρικό χρίσμα) έφτασαν στο ακραίο σημείο να αρνηθούν σε έναν πρώην δημοκρατικό πρόεδρο που βρίσκεται εν ζωή το δικαίωμά του να μιλήσει. Εν προκειμένω, ο πρώην πρόεδρος, Κάρτερ, κόπηκε από τη λίστα των ομιλητών, γιατί έκανε το ασυγχώρητο αμάρτημα να παραδεχτεί ότι για τη δύσκολη θέση που βρίσκονται οι Παλαιστίνιοι την ευθύνη φέρει το Ισραήλ. Η συμβουλευτική και επιτελική ομάδα του Ομπάμα έχει επανδρωθεί με υποστηρικτές της κατοχής των παλαιστινιακών εδαφών και της πολιτικής του Απαρτχάιντ. Ο προσωπάρχης του Ομπάμα είναι φανατικά φιλοϊσραηλινός και γιος ισραηλινού σιωνιστή που έχει ταχθεί ανοιχτά κατά των Αράβων.

 

Γι' αυτόν και για άλλους λόγους, οι Αμερικανοί ακτιβιστές υπέρ της ειρήνης και της δικαιοσύνης θα πρέπει να νιώθουν θιγμένοι αλλά καθόλου έκπληκτοι που η ομάδα του Ομπάμα αδυνατεί να δει τους Παλαιστίνιους ως πραγματικά θύματα της ισραηλινής καταπίεσης που αξίζουν την προσοχή μας. Αν ο Ομπάμα αποδεχόταν ότι ο ανθρώπινος πόνος στη Γάζα και τη Δυτική Όχθη είναι απόρροια της ισραηλινής επιβολής και ότι οι ΗΠΑ παίζουν πρωταγωνιστικό ρόλο στη χρηματοδότηση και τον εξοπλισμό της, τότε θα διακινδύνευε την εκλογική του βιωσιμότητα, κάτι που σταθερά αρνείται να κάνει από την ημέρα που εισήλθε στην εθνική πολιτική σκηνή. Στο θέμα αυτό, όπως και σε τόσα άλλα, αυτοί που θέλουν να δουν πραγματικά προοδευτική αλλαγή υπό τη διακυβέρνηση του Ομπάμα θα πρέπει να παλεύουν ασταμάτητα από τις κατώτερες βαθμίδες της κοινωνικής ιεραρχίας. Είναι ουτοπία να προσδοκά κανείς ότι ο νέος πρόεδρος θα διαφοροποιηθεί από την πάγια ως τώρα θέση των ΗΠΑ να υποστηρίζουν τα ισραηλινά εγκλήματα, εκτός εάν, και ωσότου, η λαϊκή αντίσταση σ' αυτή τη θέση γίνει πολύ επικίνδυνη για να αγνοηθεί.

 

Μετάφραση: Μιχάλης Παπαδόπουλος

 



[1] Το άρθρο δημοσιεύτηκε στις 4 Ιανουαρίου, πριν την επίγεια εισβολή του Ισραήλ στη Γάζα.

 

 

 

… για να πάρουμε πίσω το χώρο και το χρόνο[1]

 

Γιώργος Μπουρλής

 

Ι

Στα πλαίσια ανάληψης κοινωνικής δράσης έρχονται αναπόφευκτα κάποιες στιγμές που ταλαιπωρούν παρά την εμπειρία τους όσους δραστηριοποιούνται. Είναι κάτι σκέψεις μαύρες, που μπορεί να αφορούν συναισθήματα και ιδιαίτερες ψυχικές διαθέσεις του ατόμου που ενεργεί (θέματα αυτοεκτίμησης, λόγοι εμπλοκής, αντιμετώπιση από περίγυρο, δυνατότητα συνέχισης) ή και το ίδιο το σχήμα στο οποίο αυτό συμμετέχει (σχέσεις εξουσίας ή σεκταρισμός εντός του, εύρος δράσης, διάχυση, αποτελεσματικότητα). Σπάνια, όμως, το μαχαίρι της αυτοκριτικής φτάνει τόσο βαθιά (κι όποτε επιχειρείται, απλά συνιστά μίζερη και εσωστρεφή αντιμετώπιση του ζητήματος που δεν προσφέρει τίποτα), ώστε να αναρωτηθεί κανείς αν πραγματικά αυτό στο οποίο εμπλέκεται αποτελεί μέρος ενός κινήματος, αν εντέλει υφίσταται κίνημα και, αν όχι, γιατί το άτομο αρκείται και δεν επιζητά κάτι πιο ουσιαστικό. Απαντά η Lucy Parsons σ' έναν νέο αναρχικό: «Στο γράμμα σου μιλάς για ένα 'κίνημα'. Πού είναι αυτό; Αυτό το λες κίνημα; Ο Αναρχισμός στην τωρινή γενιά δεν έχει αναδείξει καμία συγκροτημένη οργάνωση, μόνο κάποιες λίγες ομάδες που αγωνίζονται χλιαρά, διασκορπισμένες σ' αυτήν την αχανή χώρα, που συγκεντρώνονται πότε πότε, συζητάνε και μετά πάνε σπίτια τους. Το αναρχικό ζήτημα (ζήτημα, γιατί τα τελευταία χρόνια δεν υπήρξε κίνημα) στερείται ενός διαδικαστικού σχεδίου ή οργάνωσης». Πόσο επίκαιρο, σχεδόν 80 χρόνια μετά!

 

Οι οπαδοί της αναρχικής ιδεολογίας, θεωρίας, φιλοσοφίας και πρακτικής, παρασυρμένοι από συναίσθημα και καθοδηγούμενοι απ' την απλότητα και ανιδιοτέλεια του ονείρου τους, καταθέτουν απόψεις και κάνουν σχέδια για την κοινωνία που μέλλει να δημιουργηθεί, αναλώνουν δυναμικό κι ενέργεια, αναλαμβάνουν δράσεις. Και δεν υπάρχει λόγος αμφισβήτησης ότι οι περισσότερες από αυτές τις προσπάθειες είναι άδολες και ειλικρινείς, και αναδεικνύουν την ποιότητα, τη διάθεση προσφοράς και το πάθος όσων ενεργοποιούνται. Ταυτόχρονα, όμως, πρόκειται για προσπάθειες που διαχρονικά αποδεικνύονται ατελέσφορες, επειδή πολύ απλά συνιστούν λογικό σφάλμα σε μία νομοτελειακή σχέση, μιας και αφορούν άμεσα το αποτέλεσμα, τη δημιουργία δηλαδή μιας διαφορετικής κοινωνίας, και δεν ασχολούνται με αυτό που φυσικά προέχει και πρέπει να προηγείται αυτής: την πορεία, το κίνημα όλων αυτών που με την κοινωνία συνοδοιπόρο και όχι θεατή θα προετοιμάσει το έδαφος για τη σπορά αυτής της διαφορετικής μα τόσο ανθρώπινης κοινωνικής πρότασης.

 

Με αφορμή τη συνεχιζόμενη κρίση αξιών που ολοένα κορυφώνεται, προκαλεί μελαγχολία το γεγονός ότι πλήθυναν πια οι κρίσεις και οι κλυδωνισμοί του συστήματος που έχουν περάσει ανεκμετάλλευτοι. Φαντάζει δεδομένο δε ότι, όσο οι εραστές της αναρχίας δεν κοινωνούν αλλά περιορίζουν αυτήν τη φιλοσοφία και αρκούνται σε σποραδικές κι αδύναμες τελικά δράσεις αποξενωμένες από το σώμα της κοινωνίας, κανένας άλλος εκτός απ' τους ίδιους δεν θα μπορέσει να αντιληφθεί το μεγαλείο του οράματός τους. Και όταν έρθει η ιστορική εκείνη στιγμή, κατά την οποία συνθήκες και άνθρωποι αλληλεπιδρούν προς αλλαγές, κανείς δεν θα έχει γνωρίσει την άλλη όψη, το διαφορετικό, και για κανέναν δεν θα υφίσταται η δική τους αντιπρόταση και εναλλακτική. Οι ιστορικές στιγμές θα αποδεικνύονται μη ιστορικές και οι «αναταράξεις» του συστήματος θα παρέρχονται αλώβητα· κι ενώ οι ευκαιρίες θα χάνονται -αφού οι κοινωνίες μπροστά τους θα βλέπουν ν' αναδύονται ως μόνες λύσεις οι άλλες εξουσιαστικές προτάσεις, ο φασισμός ή ο κομμουνισμός- οι αναρχικοί θα συνεχίσουν στα πλαίσια κι αυτών των καθεστώτων την ίδια εσωστρεφή και αναποτελεσματική τακτική. Και αυτό το καπρίτσιο θα το αποκαλούν οργανωμένο σχέδιο ή κίνημα… σε αναμονή της επόμενης κρίσης.

 

ΙΙ

Δεν τρέφω αυταπάτες ούτε παραβλέπω τις δυσκολίες. Και φυσικά δεν έχω πρόθεση να αδικήσω κάποιον που καθημερινά δίνει τον αγώνα του ούτε και να απαξιώσω τις προσπάθειες που δειλά δειλά ήδη πραγματοποιούνται προς την ανάπτυξη ενός τέτοιου κινήματος. Προφανώς δεν μου διαφεύγει η κούραση, η απογοήτευση ή η παραίτηση που προκύπτουν, όπως και δεν παραγνωρίζω την ανυπαρξία επαναστατικής παράδοσης αλλά και τις ευθύνες της ελληνικής κοινωνίας, που βολοδέρνει στην αποχαύνωση και την υποκουλτούρα. Όμως, δεν εθελοτυφλώ μπροστά στο δεδομένο: η κοινωνία δεν ακολουθεί. Και ξέρω ότι τα χρόνια που έρχονται δεν πρόκειται ν' αλλάξει κάτι τόσο σημαντικά, τουλάχιστον όχι από εμάς, και όχι βέβαια ανούσια προκαλώντας, ενοχλώντας ή ασκώντας βία, πράξεις που κατάφωρα ακυρώνουν το έργο που κάποιοι σκαπανείς ακούραστα επιτελούν. Η κοινωνία δεν ακολουθεί και οι λόγοι δεν είναι μόνον αυτοί που μακροσκελή ξύλινα κείμενα συγκεχυμένα αναφέρουν. Η κοινωνία δεν ακολουθεί, γιατί δεν υπάρχει κάτι μέσα απ' τα σπλάχνα της ν' ακολουθήσει, καμία πνοή αλλαγής και δημιουργίας για να την εμπνεύσει. Η κοινωνία κοιμάται, γιατί ποτέ δεν κάναμε αρκετό θόρυβο για να την ξυπνήσουμε. Κι αν υπήρξαν στιγμές που ο θόρυβός μας ήταν επαρκώς δυνατός, ήταν αδύνατον να μας ακούσει, καθώς αυτό συνέβη έξω από την κοινωνία και χωρίς αυτήν.

 

Η δική μας πρόταση δεν εμπεριέχει τίποτε δοσμένο εκ των άνωθεν και καμία a priori απάντηση ή λύση στα κοινωνικά προβλήματα· και καθώς κατανοούμε τη δυσκολία και το αβέβαιο που αυτή περικλείει, ας εργαστούμε μ' αυτό που μόνο έχουμε: το ζωντανό καθημερινό παράδειγμα και την προπαγάνδα. Με δεδομένο, λοιπόν, ότι το όνειρό μας είναι παρά την απύθμενη ελευθερία του ένα, παρά το απίστευτο εύρος του κοινό, και στο μέτρο των βασικών και κατευθυντήριων αρχών του αδιαπραγματεύσιμο, αυτό που απομένει είναι η μέθοδος που πρέπει να καθορισθεί· μέθοδος όχι τόσο για τις δράσεις και τις δομές που θ' αναπτυχθούν ή τα χαρακτηριστικά που θα καταστήσουν την προσπάθεια κατανοητή και ευρύτερα ελκυστική (αυτά είναι θέματα που τα λαμπερά και όντος δημιουργικά μυαλά των συντρόφων εύκολα θα εμπνευστούν) όσο για το πώς αυτές οι προθέσεις, οι διαθέσεις και οι ενέργειες θα συγχρονιστούν, θα μπολιαστούν στην κοινωνία και δυνατά πλέον κι έντονα θα φυσήξουν μέσα απ' αυτήν και προς αυτήν. Αυτό πρέπει να απασχολήσει τους σύγχρονους θεωρητικούς, το αυτονόητο που ακόμα δεν είναι αυτονόητο: ο συντονισμός και η σύμπλεξη όλων των αυθύπαρκτων, αυτόνομων και γι' αυτόν ακριβώς τον λόγο, δυστυχώς, αναποτελεσματικών σχημάτων και τάσεων, με σκοπό τη σταδιακή και σε βάθος σύνθεσή τους για τη δημιουργία ενός συνεκτικού ιστού, ο οποίος μέσα από κοινή και στοχευμένη δράση θα διαλεχθεί με την κοινωνία και επιτέλους θα πορευτεί μαζί της, κάνοντας αισθητή την παρουσία του και αποδεικνύοντας έμπρακτα την εφαρμοσιμότητα της θεωρητικής του βάσης.

 

Αν τελικά δεν αρκεί μόνο η συμμετοχή… αν το ταξίδι του αναρχισμού δεν ικανοποιεί μόνο τη ματαιοδοξία μας και δεν αποτελεί απλά διαφυγή από την καθημερινότητα ή γιατρειά κάποιων εφηβικών νευρώσεων περί αποστασιοποίησης από τη μάζα… αν τελικά το ζητούμενο είναι κάτι μεγαλύτερο απ' αυτό που σήμερα υπάρχει, απαιτείται η συνταύτιση, η συσπείρωση, η μαζικότητα πρώτα όσων ασπάζονται σχετικά κοινές ιδέες και δραστηριοποιούνται σε σχετικά κοινούς χώρους, και ταυτόχρονα και αδιαχώριστα η διείσδυση στην κοινωνία· ν' απλώσουμε το χέρι ο ένας στον άλλον κι όλοι μαζί στους υπόλοιπους. Νομίζω ότι αυτή η ώρα, η ώρα του συγχρονισμού μας και της σταδιακής σύμπλευσης, έφτασε. Όπως κι η ώρα να στρέψουμε αληθινά, κι ως κομμάτι της πλέον, το βλέμμα στην κοινωνία. Στόχος το κοινό, το οργανωμένο, το μόνιμο, το στοχευμένο, το εξωστρεφές· για ένα κίνημα που σταδιακά θα σηματοδοτήσει αυτό που επιθυμούμε, την επιστροφή στην απλότητα.      Κατά κάποιον τρόπο… συνεχίζεται



[1] Τίτλος παρμένος από κείμενο σε αφίσα της «Φάμπρικα Υφανέτ».

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναγνώστες