25/9/08

ΟΥΪΛΙΑΜ ΜΠΛΟΥΜ: ΜΕΡΙΚΕΣ ΣΚΕΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΠΑΤΡΙΩΤΙΣΜΟ ΓΡΑΜΜΕΝΕΣ ΤΗΝ 4η ΙΟΥΛΙΟΥ

Η σημαντικότερη σκέψη: Έχω κουραστεί και μου προκαλεί εμετό αυτό το πράγμα που αποκαλείται «πατριωτισμός».

Οι Ιάπωνες πιλότοι που βομβάρδισαν το Πέρλ Χάρμπορ επέδειξαν πατριωτισμό. Οι Γερμανοί που υποστήριξαν τον Χίτλερ και τις κατακτήσεις του ήταν πατριώτες, που πάλευαν για τα πάτρια εδάφη. Όλοι οι λατινοαμερικανοί στρατιωτικοί δικτάτορες, που επιβλήθηκαν στις δημοκρατικά εκλεγμένες κυβερνήσεις και που επανειλημμένα βασάνιζαν ανθρώπους, ήταν πατριώτες που έσωζαν την αγαπημένη τους χώρα από τον «κομμουνισμό».

Στρατηγός Αγκούστο Πινοσέτ της Χιλής: «Θέλω να με θυμούνται ως έναν άνθρωπο που υπηρέτησε την πατρίδα του». [1]

Π. Μποτά, πρώην πρόεδρος του απαρτχάιντ στη Νότια Αφρική: «Δεν πρόκειται να μετανοήσω. Δεν πρόκειται να ζητήσω ευνοϊκή μεταχείριση. Ό,τι έκανα το έκανα για την πατρίδα μου».[2]

Πωλ Ποτ, δολοφόνος του λαού της Καμπότζης: «Θέλω να γνωρίζετε πως ό,τι έκανα, το έκανα για την πατρίδα μου».[3]

Τόνι Μπλερ, πρώην βρετανός πρωθυπουργός, υπερασπιζόμενος τον ρόλο του στη δολοφονία εκατοντάδων χιλιάδων Ιρακινών: «Έκανα ό,τι θεώρησα πως ήταν σωστό για την πατρίδα μας».[4]

Δεν θέλω να γίνω βαρετός με την αναφορά όσων έχει πει ο Τζόρτζ Μπους.

Στο τέλος του Β΄Π.Π., οι Ηνωμένες Πολιτείες έδιναν μαθήματα ηθικής στους γερμανούς αιχμάλωτους και στον γερμανικό λαό σχετικά με το απαράδεκτο της δικαιολογίας τους ότι, δηλαδή, «απλώς υπάκουαν στη νόμιμη γερμανική κυβέρνηση»· δεν έφταιγαν για το ολοκαύτωμα. Για να τους αποδείξουν πόσο νομικά απαράδεκτος ήταν αυτός ο ισχυρισμός, οι σύμμαχοι του Β΄Π.Π. κρέμασαν όσους αποτελούσαν εξέχοντα παραδείγματα τέτοιας πατριωτικής πίστης.

Κάποτε, μετά από μία συζήτηση, με ρώτησαν: «Αγαπάτε την Αμερική;» Απάντησα: «Όχι». Και μετά από σκόπιμη παύση μερικών δευτερολέπτων, ώστε οι ακροατές μου να καταλάβουν την απάντηση, και εν μέσω νευρικών μουρμουρητών, συνέχισα: «Δεν αγαπώ καμία χώρα. Είμαι πολίτης του κόσμου. Αγαπώ ορισμένες αρχές, όπως τα ανθρώπινα δικαιώματα, τις ατομικές ελευθερίες, τη δημοκρατία, ένα οικονομικό σύστημα που βάζει τους ανθρώπους πάνω από το κέρδος».

Δεν κάνω διακρίσεις μεταξύ του πατριωτισμού και του εθνικισμού. Μερικοί συγγραφείς εξισώνουν τον πατριωτισμό με την υποταγή κάποιου στη χώρα του και στην κυβέρνηση, ενώ ορίζουν τον εθνικισμό ως ένα σύνολο συναισθημάτων εθνικής ανωτερότητας. Όμως, όπως και εάν ορίσει κάποιος τις δύο αυτές έννοιες, οι ψυχολογικές και συμπεριφορικές εκδηλώσεις του εθνικισμού και του πατριωτισμού – συμπεριλαμβανομένης της επίδρασης τέτοιων συναισθημάτων στην καθημερινή πολιτική – δεν διαχωρίζονται εύκολα· πραγματικά, η μία έννοια δεν μπορεί να υπάρξει χωρίς την άλλη.

Ο Χάουαρντ Ζιν έχει ορίσει τον εθνικισμό ως «ένα σύνολο πεποιθήσεων οι οποίες διδάσκονται σε κάθε γενιά, και σύμφωνα με τις οποίες, η μητέρα πατρίδα ή τα πάτρια εδάφη αποτελούν αντικείμενο λατρείας και την φλογερή αιτία για κάποιον να σκοτώσει τα παιδιά κάποιας άλλης μητέρας πατρίδας».[5] … «Ο πατριωτισμός χρησιμοποιείται για να δημιουργήσει την ψευδαίσθηση ότι όλοι όσοι βρίσκονται σε μία χώρα έχουν κοινά συμφέροντα».[6]

Η μεγάλη πλειοψηφία των Αμερικανών έχει ισχυρά συναισθήματα πατριωτισμού, που είναι έκδηλα. Τα συναισθήματα αυτά βρίσκονται βαθύτερα κρυμμένα στους πιο «προοδευτικούς» και «σοφιστικέ» πολίτες, αλλά είναι σχεδόν πάντοτε εκεί, έτοιμα να φουντώσουν.

Ο Αλέξις Ντε Τοκβίλ, γάλλος ιστορικός του 19ου αιώνα, έγραψε σχετικά με τη μακροχρόνια παραμονή του στις Ηνωμένες Πολιτείες: «Είναι αδύνατο να υπάρξει μία πιο ενοχλητική και φλύαρη μορφή πατριωτισμού. Κουράζει ακόμη και εκείνους που είναι διατεθειμένοι να τον σεβαστούν».[7]

Ο Τζόρτζ Μπους, ο πρεσβύτερος, όταν έδωσε αμνηστία στον πρώην υπουργό Άμυνας Κασπάρ Γουαινμπέργκερ και σε 5 ακόμη άτομα που σχετίζονταν με το σκάνδαλο της παράνομης πώλησης όπλων στο Ιράν για τη χρηματοδότηση των Κόντρας, δήλωσε: «Κατ' αρχάς, τα κίνητρά τους είχαν κοινό παρονομαστή τον πατριωτισμό, ανεξάρτητα εάν οι ενέργειές τους ήταν σωστές ή λάθος».[8]

Πρόκειται για ένα πρωτόγονο αδύνατο σημείο μίας κοινωνίας που θέλει να λέγεται λογική. Οι ΗΠΑ είναι η χώρα με τον περισσότερο πατριωτισμό και θρησκοληψία στον αποκαλούμενο ανεπτυγμένο κόσμο.

Αυτό το φαινόμενο του αμερικανικού πατριωτισμού μπορεί να κατανοηθεί καλύτερα ως η σημαντικότερη περίπτωση μαζικής υστερίας στην ιστορία, στην οποία το πλήθος λατρεύει την ισχύ της χώρας του, που είναι υπερδύναμη, ως υποκατάστατο για την παντελή έλλειψη εξουσίας πάνω στην καθημερινή του ζωή. Ο πατριωτισμός, όπως η θρησκεία, καλύπτει την ανάγκη των ανθρώπων για κάτι μεγαλύτερο με το οποίο να μπορούν να συνδέσουν στενά την προσωπική τους ζωή.

Έτσι και αυτήν την 4η Ιουλίου, αγαπητοί αμερικανοί συμπολίτες μου, μερικοί από εσάς θα σηκώσετε τις γροθιές σας ψηλά και θα φωνάξετε: « U! S! Α! U! S! Α!» Και θα παρελάσετε με τις σημαίες σας και με τις εικόνες του αγάλματος της ελευθερίας. Αλλά, γνωρίζετε ότι ο γλύπτης του αγάλματος έδωσε σ’ αυτό, το πρόσωπο της μητέρας του, μιας αυταρχικής και αδιάλλακτης γυναίκας, η οποία είχε απαγορεύσει ένα άλλο παιδί της να παντρευτεί έναν Εβραίο;

«Ο πατριωτισμός», σύμφωνα με τη διάσημη φράση του Δρ. Σάμουελ Τζόνσον «είναι το έσχατο καταφύγιο των καθαρμάτων». Ο Αμβροζέ Μπίρς, θέλοντας να διαφοροποιηθεί, είπε ότι είναι το πρώτο καταφύγιο.

«Πατριωτισμός είναι η κατηγορηματική πεποίθηση ότι αυτή η χώρα είναι ανώτερη απ’ όλες τις άλλες, επειδή γεννηθήκατε σ’ αυτή». Τζόρτζ Μπέρναρντ Σο

Τζορτζ Όργουελ: «Οι πράξεις θεωρούνται καλές ή κακές, όχι ανάλογα με το ποιόν τους, αλλά ανάλογα με το ποιος τις κάνει. Και δεν υπάρχει, σχεδόν, κανένα είδος φρικαλεότητας που να μην γίνεται πιο ηθικό και να μην ωραιοποιείται, όταν διαπράττεται από “εμάς”, ακόμα και όταν πρόκειται για βασανιστήρια, ομηρίες ανθρώπων, καταναγκαστικά έργα, μαζικές εκτοπίσεις, φυλακίσεις χωρίς δίκη, παραποίηση στοιχείων, δολοφονίες, βομβαρδισμούς αμάχων». Ο εθνικιστής όχι μόνο δεν αποδοκιμάζει τις αγριότητες που διαπράττει η χώρα του, αλλά έχει μια ύποπτη ικανότητα να μην τις μαθαίνει καν.[9]

«Ο όρκος πίστης στην πατρίδα είναι χαρακτηριστικό των ολοκληρωτικών κρατών και όχι των δημοκρατιών» υποστηρίζει ο Ντέιβιντ Κέρτζερ, ένας ανθρωπολόγος του πανεπιστημίου Μπράουν, που ειδικεύεται στις πολιτικές τελετουργικές πράξεις. «Δεν μπορώ να σκεφτώ καμία άλλη δημοκρατία εκτός από τις ΗΠΑ, στην οποία να ορκίζονται πίστη στην πατρίδα».[10] Ή, θα μπορούσε να προσθέσει, όπου οι πολιτικοί επιδεικνύουν τον πατριωτισμό τους, φορώντας κονκάρδες με τη σημαία της χώρας. Ο Χίτλερ επέκρινε τους γερμανούς Εβραίους και τους κομμουνιστές για τον διεθνισμό τους και την έλλειψη εθνικού πατριωτισμού. Ο Φύρερ και ο Μουσολίνι απαιτούσαν οι «αληθινοί πατριώτες» να δίνουν όρκο δημόσια και να επιδεικνύουν την υποταγή τους στις πατρίδες τους. Οι μεταπολεμικές δημοκρατικές κυβερνήσεις των δύο χωρών κατέβαλαν σημαντικές προσπάθειες για να ελαχιστοποιήσουν τέτοιες επιδείξεις εθνικής υπερηφάνειας.

(Παραδόξως, ο αμερικανικός όρκος πίστης στην πατρίδα γράφτηκε το 1889 από τον Φράνσις Μπέλαμυ, ένα ιδρυτικό μέλος της κοινωνίας των χριστιανών σοσιαλιστών· μια ομάδα προτεσταντών υπουργών που υποστήριζαν ότι «οι διδασκαλίες του Ιησού Χριστού οδηγούν άμεσα σε κάποια μορφή ή μορφές σοσιαλισμού».)

Μετά από τη σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν το 1979, διαβάζαμε στον Τύπο ότι «πλέον, επικρατεί μεγάλος βαθμός πατριωτισμού στη Σοβιετική Ένωση, επειδή στις ενέργειες της Μόσχας δεν αντέδρασε κανείς, και έτσι έδειξε ποια είναι η πραγματική δύναμη σε εκείνο το μέρος του κόσμου».[11]

Καθ' όλη τη διάρκεια του 19ου αιώνα, και ιδιαίτερα στο τελευταίο μισό, αναπτύχθηκε πολύ ο εθνικισμός στον κόσμο. Τον δίδασκαν στα σχολεία, τον τόνιζαν οι εφημερίδες, πολλοί υποκρίνονταν, τον διακήρυτταν και τον τραγουδούσαν. Εξελίχθηκε, τελικά, σε ένα τερατώδες ψέμα, το οποίο επέβαλε το σκότος στις ανθρώπινες σχέσεις. Οι άνθρωποι έφτασαν σε σημείο να θεωρούν ότι το να μην έχει κανείς εθνικότητα είναι τόσο ανάρμοστο, όσο το να παρουσιάζεται γυμνός δημοσίως. Οι ασιατικοί λαοί, που δεν είχαν ακούσει ποτέ προηγουμένως για «εθνικότητα», υιοθέτησαν την έννοια όπως υιοθέτησαν τα τσιγάρα και τα καπέλα». Χ. Γουέλς, Άγγλος συγγραφέας

«Η ίδια η ύπαρξη του κράτους απαιτεί την ύπαρξη κάποιας προνομιούχας τάξης ανθρώπων, η οποία να ενδιαφέρεται διακαώς για την προάσπισή του. Και αυτό που ονομάζεται πατριωτισμός δεν είναι τίποτα άλλο από το σύνολο των συμφερόντων αυτής της τάξης». Μιχαήλ Μπακούνιν, ρώσος αναρχικός.

«Εμένα, μου φαίνεται ότι είναι φρικτή ταπείνωση να ελέγχεται η ψυχή μου από τη γεωγραφία». Τζόρτζ Σανταγιάννα, αμερικανός εκπαιδευτικός και φιλόσοφος.


Ο William Blum είναι βετεράνος δημοσιογράφος και έχει γράψει, μεταξύ άλλων, τα βιβλία, Killing Hope: US Military and CIA Interventions Since World War 2, Rogue State: A Guide to the World's Only Superpower.

Μετάφραση: Νίκος Στυλόπουλος


Δημοσιεύτηκε στη Βαβυλωνία #47

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Αναγνώστες